Θοδωρής Κουτσογιαννοπουλος

16.12.2008
Κριτικός κινηματογράφου του free press «Lifo» και τηλε-κριτικός του Αlpha

Σε αντίθεση με περασμένες εποχές, η τωρινή μορφή κριτικής μοιάζει λίγο με υπαλληλίκι: όλοι καλούμαστε να γεμίσουμε έναν συγκεκριμένο χώρο κάθε Πέμπτη και καταλήγουμε να γράφουμε βιαστικά τηλεγραφήματα παρά ουσιώδη κείμενα. Γιατί πλέον τα έντυπα παραχωρούν τόσο λίγο χώρο στους κριτικούς και τα θεωρητικά κείμενα απουσιάζουν πλήρως;

Δε συμφωνώ με τη γενίκευση. Ο καθένας γράφει με τον τρόπο που κρίνει σκόπιμο και κυρίως γράφει όπως μπορεί, και αν δε γεμίζει τον συγκεκριμένο χώρο που του παραχωρείται, θα βρεθεί κάποιος άλλος που θα συμμορφωθεί. Η ύπαρξη και η θέση του κριτικού εξαρτάται από αυτόν που τον προσλαμβάνει και τον διατηρεί στη δουλειά του. Επομένως, η ερώτηση απευθύνεται στους εκδότες και αρχισυντάκτες. Οπως επίσης η επόμενη ερώτηση θα πρέπει να απασχολεί τους παραπονούμενους νοσταλγούς της φιλολογικής κριτικής: θα αγόραζαν ένα έντυπο με μεγάλες κριτικές ή, αν δημιουργηθεί, θα το αγνοήσουν και θα καταντήσει να κλείσει ελλείψει πελατών; Δεν πιστεύω ότι και πάλι θα πρέπει να κληθούν επαγγελματίες εγνωσμένης αξίας να στηρίξουν δονκιχωτικά μια παρόμοια εκδοτική προσπάθεια επιστρατεύοντας δωρεάν την πένα τους. Τα free press είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.
Η κριτική κινηματογράφου είναι κι αυτή εργασία με τεχνική και σκέψη και απασχόληση πολλών ωρών κι όχι χόμπι υποαπασχολούμενων ψώνιων. Φαντάζομαι πως στο πολύφωνο τοπίο της έντυπης και ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας, συναντά κανείς τηλεγραφήματα, αντιγραφές δελτίων τύπου και εκτεταμένες κριτικές εξίσου. Δε μου άρεσε που παλιά ένας κριτικός θεωρούσε υποχρέωση του να μη βοηθήσει καθόλου τους αναγνώστες γύρω από τις πληροφορίες της ταινίας. Κατανοώ απόλυτα πως ο αναγνώστης στις μέρες μας είναι υποψιασμένος. Για να κάτσει να διαβάσει μια κριτική, μάλλον το επιδιώκει και δεν του προκύπτει τυχαία. Διαθέτει την επιλογή να διαβάσει ένα δελτίο τύπου ή ένα θεωρητικότερο κείμενο αν γουστάρει. Απ όλα έχει ο μπαξές.

Υπάρχει κάποιος κριτικός που σας ενέπνευσε και σας δημιούργησε την επιθυμία να μπείτε στον χώρο της θεωρίας του κινηματογράφου;

Η Πολίν Κέιλ με τα φλογερά της δοκίμια, ο Αντρέ Μπαζέν με τη βίβλο του και ο Σερζ Ντανέι με τις σημειολογικό-φιλοσοφικές αναλύσεις του περί εικόνας. Διάβαζα επίσης τις κριτικές του Βασίλη Ραφαηλίδη και ήταν ακριβώς το στυλ που ήθελα να αποφύγω αν ποτέ έκανα αυτό το επάγγελμα. Ωστόσο πρόσφατα έγραψα ένα κείμενο για την ταινία «Παγιδευμένοι» και τον θυμήθηκα: έγραψα για όλα τα άλλα εκτός από την ίδια την ταινία! Τελικά, μεγαλώνοντας, είναι πολύ πιθανό να αποδεχθείς φόρμουλες που παλιά σε φόβιζαν- και να τις εφαρμόσεις κι από πάνω.

Την ίδια ώρα έγκριτες πένες χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για να εκφράσουν τη γνώμη τους πέρα από τον περιορισμό αρχισυντακτών και εντύπων, ενώ εδώ αν δεν μας πληρώνουν δεν γράφουμε τίποτα. Γιατί λείπουν από την Ελλάδα τέτοια κρούσματα «ελεύθερης βούλησης»;

Γράφω τις κριτικές μου στη Lifo και δεν έχω αισθανθεί φίμωση σε περιεχόμενο και έκταση, παρά μόνο περιστασιακά και για πρακτικούς λόγους. Δε βρίσκω ωστόσο το λόγο να είμαι ασύδοτος ή ασυμμάζευτος- μόνος μου δουλεύω; Γενικά, δεν μου έχει πει κανείς τι να πω και πώς να το πω. Το βρίσκω όμως λογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι περισσότεροι εκδότες δεν είναι αυτό που λέμε παραδοσιακοί και δεν έχουν αφομοιωμένη τη δεοντολογία περί ελευθερίας του λόγου, πέρα από τις εξαρτήσεις και τις διαφημιστικές διαπλοκές με τις εταιρείες διανομής. Είναι θέμα συνείδησης του καθενός. Αν δεν μπορείς να το δεχτείς, μην το κάνεις ή άνοιξε ένα blog να σωθείς. Αρκεί να μην εξαρτάσαι από τον φιλάρεσκο και άσκοπο διάλογο με λίγους αργόσχολους που σε γλείφουν (ευνοώντας το ναρκισσισμό σου) και θάβουν ανώνυμα όλους τους υπόλοιπους.

Πόσο ελεύθερη είναι η κριτική και τι περιορισμοί υπάρχουν; Ολοι ξέρουμε ότι εξαιτίας της διαφήμισης και των δημοσίων σχέσεων έχουμε αναγκαστεί να βάλουμε νερό στο κρασί μας.

Αν το έντυπο πάει καλά σε πωλήσεις και έχει ανοιχτόμυαλο εκδότη, δεν υπάρχει πρόβλημα. Για να μη γενικεύσω και πέσω σε ατοπήματα, θα πω μόνο πως στην Ελλάδα υπάρχει το παράδοξο να κάνουν συνεντεύξεις (που χρηματοδοτούνται από εταιρείες διανομής) με σκηνοθέτες και ηθοποιούς άνθρωποι που γράφουν κριτικές. Αυτό, αν και όχι εντελώς αδύνατο να ισορροπηθεί, είναι τυπικά απαράδεκτο, και λίγο σχιζοφρενικό, καθώς μας οδηγεί στην άσκηση του επαγγέλματος του αποστασιοποιημένου ρεπόρτερ, σε περίπτωση που η ταινία για την οποία μιλάμε (ως ρεπόρτερ) δεν μας αρέσει καθόλου. Στην Αμερική, ας πούμε, άλλος κάνει συνεντεύξεις και άλλος κριτικές. Από την άλλη, και με δεδομένη αυτή την συνθήκη που συμβαίνει για λόγους βιοποριστικούς- οι εταιρείες διανομής συνήθως δε βάζουν χέρι στις κριτικές. Μου έχει τύχει να δημοσιεύσω τη συνέντευξη του ηθοποιού ακριβώς δίπλα στην τελείως αρνητική κριτική για την ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί- σε αντικριστές σελίδες. Γιατί δεν είχε ή δεν έχει πρόβλημα η οποιαδήποτε εταιρεία; Μήπως γιατί πιστεύει πως ελάχιστοι θα δώσουν σημασία στην κριτική και πολλοί θα διαβάσουν τη συνέντευξη; Ερευνα που είχε πριν χρόνια δημοσιευτεί στο «Βήμα» είχε καταδείξει πως οι Ελληνες κατατάσσουν τους κριτικούς σε χαμηλότατη θέση σε σχέση με τους λόγους που στέλνουν τους θεατές στις αίθουσες, πολύ πίσω από τη διαφήμιση, τους συντελεστές, το είδος και την προέλευση της ταινίας κλπ.

Ποια άμυνα υπάρχει απέναντι σε φαινόμενα που στρέφονται κατά του κριτικού και υπό συνθήκες θα μπορούσαν να θεωρηθούν μέχρι και λογοκρισία;

Είναι καθαρά θέμα νομικό. Φαντάζομαι πως κάθε εταιρεία έχει το δικαίωμα να προασπίσει τα προϊόντα της όταν εκτιμά ότι θίγονται, ή, ακόμη χειρότερα, όταν θίγεται η ίδια η εταιρεία. Αν η εταιρεία προβεί σε μήνυση, ο κριτικός, μαζί με το έντυπο του, θα υπερασπιστούν το δίκιο τους. Κι αν αισθανθούν πως δεν έχουν δίκιο, θα συμβιβαστούν και θα επανορθώσουν γραπτά. Ετσι δε γίνεται; Ποιος είναι ανυπεράσπιστος στην προκείμενη περίπτωση; Αν δουλεύεις σε ένα μέσο που θα σε αδειάσει χωρίς σάλιο, δε σου φταίει ο μηνυτής, αλλά ο εργοδότης. Προσωπικά, δεν είμαι προετοιμασμένος για στραβές αλλά τίποτε δε θα με εντυπωσίαζε. Από κανέναν.

Πόση σχέση νομίζετε ότι έχουν οι κριτικοί με την ελληνική κινηματογραφική πραγματικότητα;

Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο θα πρέπει οι Ελληνες κριτικοί να ξέρουν κάτι παραπάνω για τις ελληνικές ταινίες, σε σύγκριση με τις γαλλικές για παράδειγμα. Επειδή ζούμε στην Ελλάδα; Υποτίθεται πως βλέπουμε το σινεμά σαν όλον και τοποθετούμε τη ντόπια παραγωγή στην ίδια μαρκίζα ή στο ίδιο καλάθι με την ξένη, όπως και οι αίθουσες που παίζουν τις ελληνικές ταινίες περιμένουν να έχουν ανταπόκριση, μια εβδομάδα πριν από μια αμερικάνικη και μια εβδομάδα μετά την κινέζικη. Από κει και πέρα, ό,τι αξίζει μένει κι ό,τι δεν λέει, παίρνει την άγουσα για τα αποδυτήρια. Δεν πιστεύω καθόλου στη συμπόνια των δικών μας, μόνο και μόνο γιατί μοιραζόμαστε τη γλώσσα και την καταγωγή. Η γλώσσα του κινηματογράφου είναι διεθνής.

Πώς σας φαίνονται οι συνθήκες των δημοσιογραφικών προβολών, όπου ο καθένας κανονίζει τις δουλειές του ή τα λέει με το διπλανό του ενώ στην οθόνη παίζει κάποια ταινία που αργότερα θα κληθούμε να κρίνουμε; Τι έχει αλλάξει με το downloading;

Σίγουρα έχουν αλλάξει οι εποχές. Και τις δουλειές μας κλείνουμε, και τη κουβέντα μας την κάνουμε με τον διπλανό, όπως στο σχολείο. Οπως και τότε χασομερούσαμε αλλά μαθαίναμε γράμματα, έτσι και τώρα μπορούμε να ανταλλάξουμε απόψεις και ταυτόχρονα να δούμε μια χαρά την ταινιούλα μας- αρκεί να μην ενοχλούμε τον παραδιπλανό μας. Καλύτερο είναι να απασχολείσαι με κάτι παρά να κοιμάσαι στην προβολή (και να μη σε παίρνει κανείς χαμπάρι). Είναι θέμα γούστου, συνείδησης, προσωπικότητας του καθενός αλλά και ταινίας. Το downloading είναι το αναγκαστικό αντίδοτο των επτά ταινιών που μέσον όρο προβάλλονται την εβδομάδα στους δημοσιογράφους και βγαίνουν στις αίθουσες. Για να κάνω και την αυτοκριτική μου, τα screener που προμηθεύομαι τα βλέπω σε συνθήκες σινεμά στο σπίτι μου, με προτζέκτορα και οθόνη. Πολλές φορές, η εικόνα και ο ήχος είναι καλύτερος από ό,τι στην αίθουσα. Και δεν αναγκάζομαι να μιλάω με το διπλανό μου με κίνδυνο να φάω αποβολή.

Τι έχετε να πείτε για το φαινόμενο bloggers που διακηρύσσουν τη γνώμη τους χωρίς καμία υποδομή και καμία εμπειρία; Είναι τα blogs η νέα κινηματογραφική κριτική;

Ξέρω πολλούς που προτιμούν ακόμη τον πατροπαράδοτο τρόπο και πολύ λιγότερους που εμπιστεύονται αποκλειστικά τους bloggers. Αλλά πάλι, δεν ανήκω στη γενιά των amateur rebels της κινηματογραφικής θεωρίας, και δεν καταλαβαίνω γιατί σώνει και καλά πρέπει να χωριστούν οι κριτικοί και οι αναγνώστες τους σε στρατόπεδα. Οταν εγώ ξεκινούσα, υπήρχαν τόσο λίγες δυνατότητες, καθώς τα έντυπα ήταν ελάχιστα, οι θέσεις πιασμένες, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις η εξής μία, η κρατική. Εχω διαβάσει έξυπνα πράγματα στο διαδίκτυο (κυρίως από ανθρώπους που παρεμπιπτόντως γράφουν για σινεμά) όπως και τερατώδεις αφέλειες από αφοσιωμένους σινεφίλ. Ο καθένας κρίνεται ανά πάσα στιγμή και, επαναλαμβάνω, γράφει όπως μπορεί.

Ποιοι πιστεύετε ότι είναι οι αναγνώστες σας; Εχετε κάποιο συγκεκριμένο target group στο μυαλό σας όταν γράφετε;

Αλίμονο, δεν έχω ιδέα. Τους αντιλαμβάνομαι μόνο σε συνδυασμό με το περιβάλλον του μέσου στο οποίο δουλεύω. Επειδή είμαι πολυσυλλεκτικός, φαντάζομαι πως είναι ψηφίδες των προτιμήσεων και της όποιας αισθητικής μου.

Ποιο πιστεύετε ότι είναι τελικά το μέλλον της κριτικής;

Δεν είμαι σίγουρος αλλά, όπως λέει και ο σύντροφος Ρόμπι Εκσιέλ, εμείς είμαστε το γουοτερ-μέλλον της κριτικής!