Νίνος Φένεκ Μικελίδης

16.12.2008
Κριτικός κινηματογράφου της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία»

Σε αντίθεση με περασμένες εποχές, η τωρινή μορφή κριτικής μοιάζει λίγο με υπαλληλίκι: όλοι καλούμαστε να γεμίσουμε έναν συγκεκριμένο χώρο κάθε Πέμπτη και καταλήγουμε να γράφουμε βιαστικά τηλεγραφήματα παρά ουσιώδη κείμενα. Γιατί πλέον τα έντυπα παραχωρούν τόσο λίγο χώρο στους κριτικούς και τα θεωρητικά κείμενα απουσιάζουν πλήρως; Μήπως γιατί κανείς δεν θέλει να τα γράψει ή μήπως κανείς δεν θέλει να τα διαβάσει;

Και παλιότερα, στις δεκαετίες του 50 και 60, η κριτική είχε να καλύψει σε κείμενο μιας και μόνης μέρας όλες τις ταινίες της εβδομάδας. Οι πρεμιέρες γίνονταν τη Δευτέρα και οι κριτικές γράφονταν την Τρίτη! Μάλιστα, επειδή δεν υπήρχαν δημοσιογραφικές προβολές και οι ταινίες ξεκινούσαν από τις 10 το πρωί, οι κριτικοί τρέχανε από τη μια αίθουσα στην άλλη μέχρι και τις 6 μ.μ. για να γράψουν την κριτική τους! Μπορεί οι κριτικές να είχαν μια κάποια βιασύνη στο γράψιμο, όπως γίνεται και σήμερα, το αποτέλεσμα όμως δεν έχει αλλάξει: ο καλός κριτικός, και τότε και σήμερα, έγραφε και γράφει το ίδιο καλά. Απλά, τότε, οι περισσότερες εφημερίδες έδιναν μεγαλύτερο χώρο. Τα καθαρά θεωρητικά κείμενα εμφανίζονταν σε ειδικά περιοδικά - «Ελληνικό Κινηματογράφο», «Σύγχρονο Κινηματογράφο», «Φιλμ», «Οθόνη», κ.ά., σοβαρά περιοδικά που δυστυχώς σήμερα έχουν εξαφανιστεί. Βέβαια, η συρρίκνωση που συναντάμε στα περισσότερα έντυπα -ευτυχώς υπάρχουν και κάποιες εξαιρέσεις- έχει περιορίσει τα θεωρητικά κείμενα. Ενώ, η σημερινή «νέα κριτική», από γραφιάδες (δεν θα τους ονόμαζα κριτικούς) που γράφουν σε διάφορα έντυπα, δείχνει, από πλευράς κινηματογραφικών γνώσεων, να ξεκινάει από τον «Τιτανικό», παραμερίζοντας οτιδήποτε άλλο έχει προηγηθεί στην ιστορία του κινηματογράφου.

Υπάρχει κάποιος κριτικός που σας ενέπνευσε και σας δημιούργησε την επιθυμία να μπείτε στον χώρο της θεωρίας του κινηματογράφου;

Εκείνο που αρχικά με ενέπνευσε ήταν οι ίδιες οι ταινίες. Στη συνέχεια τα αγγλικά «fan magazines» («Film Show», κ.ά.), που αγόραζα και διάβαζα στην Κύπρο. Αργότερα ήταν οι κριτικές της C.A. Lejeune (στον αγγλικό «Οbserver») και στη συνέχεια εκείνες του Μάριου Πλωρίτη, του Αντώνη Μοσχοβάκη και του Κώστα Σταματίου στις αθηναϊκές εφημερίδες.

Την ίδια ώρα έγκριτες πένες χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για να εκφράσουν τη γνώμη τους πέρα από τον περιορισμό αρχισυντακτών και εντύπων, ενώ εδώ αν δεν μας πληρώνουν δεν γράφουμε τίποτα. Γιατί λείπουν από την Ελλάδα τέτοια κρούσματα «ελεύθερης βούλησης»;

Η ελεύθερη βούληση υπάρχει. Εκείνο που λείπει είναι η αγάπη για τον κινηματογράφο συνδυασμένη με τις κατάλληλες γνώσεις. Και τα δυο απαραίτητα για την άσκηση της κριτικής. Δεν θα έλεγα ότι η ελεύθερη βούληση περιορίζεται στο διαδίκτυο. Αντίθετα, συχνά στο διαδίκτυο υπάρχει και ασυδοσία - και που κάθε άλλο παρά κριτική μπορεί να ονομαστεί. Υπάρχουν και αρχισυντάκτες που όχι μόνο δεν επεμβαίνουν στα γραπτά του κριτικού, αλλά καμιά φορά τον ενθαρρύνουν.

Πόσο ελεύθερη είναι η κριτική και τι περιορισμοί υπάρχουν; Ολοι ξέρουμε ότι εξαιτίας της διαφήμισης και των δημοσίων σχέσεων έχουμε αναγκαστεί να βάλουμε νερό στο κρασί μας.

Γενικά στις εφημερίδες και ιδιαίτερα αυτές της μεγάλης κυκλοφορίας, όπου η διεύθυνση δεν ενδιαφέρεται για τον αν μια εταιρεία θα βάλει διαφήμιση ή όχι, ο κριτικός δεν αναγκάζεται να βάλει νερό στο κρασί του αλλά παραμένει αντικειμενικός. Εκεί που δυστυχώς κάποιοι είτε βάζουν νερό στο κρασί τους είτε αναγκάζονται να αποχωρήσουν είναι στα έντυπα του λεγόμενου free press και σε μερικά άλλα που στηρίζονται βασικά στις κινηματογραφικές διαφημίσεις και στα οποία οι εταιρείες συχνά καθορίζουν και την πολιτική.

Ποια άμυνα υπάρχει απέναντι σε φαινόμενα που στρέφονται κατά του κριτικού και υπό συνθήκες θα μπορούσαν να θεωρηθούν μέχρι και λογοκρισία;

Ο κριτικός λόγος -όταν δεν είναι εμπαθής- πρέπει να παραμένει ελεύθερος και να υπερασπίζεται από όλους μας. Είναι καθήκον τόσο όλων των συναδέλφων όσο και της Πανελλήνιας Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Π.Ε..Κ.Κ.) να υπερασπίζονται το δικαίωμα του κριτικού να εκφράζει την άποψή του, ακόμη κι όταν είναι λαθεμένη. Αυτό θα πει ελευθερία της έκφρασης. Η άλλη άμυνα είναι μέσω του επαγγελματικού σωματείου των δημοσιογράφων, δηλαδή της ΕΣΗΕΑ.

Πόση σχέση νομίζετε ότι έχουν οι κριτικοί με την ελληνική κινηματογραφική πραγματικότητα;

Είναι αρκετοί οι κριτικοί που γνωρίζουν την ελληνική πραγματικότητα. Από τη στιγμή που ένας γίνεται κριτικός οφείλει, είναι υποχρέωσή του, να τη γνωρίζει. Οπως χρειάζεται να γνωρίζει και την πραγματικότητα των άλλων κινηματογραφιών αν θέλει να εκφράζεται σωστά.

Πώς σας φαίνονται οι συνθήκες των δημοσιογραφικών προβολών, όπου ο καθένας κανονίζει τις δουλειές του ή τα λέει με το διπλανό του ενώ στην οθόνη παίζει κάποια ταινία που αργότερα θα κληθούμε να κρίνουμε; Είναι τρόπος αυτός να βλέπουμε ταινίες;

Αυτά τα φαινόμενα -έστω λιγοστά- πρέπει να εκλείψουν. Δεν θα έλεγα με αστυνόμευση αλλά πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος - ίσως μέσω της Π.Ε.Κ.Κ. - να επιβληθεί σεβασμός προς το προβαλλόμενο έργο και προς τους συναδέλφους. Και να γίνεται και κάποιο ξεκαθάρισμα από πλευράς των εταιρειών που τις διοργανώνουν - ποιοι πρέπει να παρακολουθούν τις προβολές αυτές γιατί συχνά δίνεται η εντύπωση πως οι παρόντες δεν περιορίζονται πάντα στους κριτικούς. Οσο για το downloading, αυτό έχει αντικαταστήσει τον ξένο Τύπο και τα περιοδικά στα οποία ορισμένοι κατέφευγαν και στο παρελθόν. Αν αυτό περιορίζεται σε απλή πληροφόρηση, τότε καλώς έχει. Αν όχι...

Τώρα με το διαδίκτυο όλοι μπορούν να γίνουν κριτικοί. Τι έχετε να πείτε για το φαινόμενο bloggers που διακηρύσσουν τη γνώμη τους χωρίς καμία υποδομή και καμία εμπειρία; Είναι τα blogs η νέα κινηματογραφική κριτική;

Δυστυχώς δεν είναι μόνο στο διαδίκτυο που εκφράζονται γνώμες χωρίς καμιά υποδομή ή εμπειρία. Με τον κινηματογράφο, αντίθετα με τη λογοτεχνία ή τη ζωγραφική, για παράδειγμα, όλοι γίνονται «κριτικοί». Το φαινόμενο των bloggers δεν θα ήταν άσχημο αν αυτοί είχαν τα προσόντα που απαιτούνται από τον κριτικό: γνώσεις και αγάπη για το αντικείμενο. Αυτό όμως δυστυχώς σπάνια συμβαίνει. Η ασυδοσία εκλαμβάνεται συχνά ως κριτική και το να βρίζεις ή να κάνεις τον έξυπνο αδιαφορώντας για την οποιαδήποτε σωστή κριτική, τραβάει φαίνεται μέρος της νεολαίας.

Ποιοι πιστεύετε ότι είναι οι αναγνώστες σας; Εχετε κάποιο συγκεκριμένο target group στο μυαλό σας όταν γράφετε;

Για μένα, αναγνώστες μου είναι όσοι αναζητούν τον καλό κινηματογράφο: είτε αυτός είναι κοινωνικός, είτε πολιτικός, είτε ντοκιμαντέρ, είτε ανήκει σε «υποβαθμισμένα» είδη (θρίλερ, κωμωδία, γουέστερν, επιστημονική φαντασία, κλπ.), είτε απλά ψυχαγωγεί.

Ποιο πιστεύετε ότι είναι τελικά το μέλλον της κριτικής;

Εν όσω θα υπάρχει κινηματογράφος θα υπάρχει και κριτική, είτε στον γραπτό Τύπο, είτε στο διαδίκτυο, είτε σε άλλα μέσα που πιθανόν μας επιφυλάσσει το μέλλον.