«Τα Κρατικά Βραβεία δεν έχουν αξία»

01.12.2008
Τον Πάνο Καρκανεβάτο τον συναντήσαμε στο 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Η νέα ταινία του, το κοινωνικό δράμα «Καλά κρυμμένα μυστικά - Αθανασία», που έρχεται να προστεθεί στις προηγούμενες ταινίες του «Χώμα και νερό» και «Μεταίχμιο», προβλήθηκε στο ελληνικό τμήμα της διοργάνωσης, για να κερδίσει το βραβείο της FIPRESCI.

Τον Πάνο Καρκανεβάτο τον συναντήσαμε στο 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Η νέα ταινία του, το κοινωνικό δράμα «Καλά κρυμμένα μυστικά - Αθανασία», που έρχεται να προστεθεί στις προηγούμενες ταινίες του «Χώμα και νερό» και «Μεταίχμιο», προβλήθηκε στο ελληνικό τμήμα της διοργάνωσης, για να κερδίσει το βραβείο της FIPRESCI.

Ως φαβορί, διεκδίκησε και μερίδιο των Κρατικών Βραβείων Ποιότητας, για να κερδίσει τελικά μόνο μία διάκριση, εκείνη του 3ου Βραβείου Ταινίας Μυθοπλασίας Μεγάλου Μήκους.

Στη Θεσσαλονίκη ο σκηνοθέτης μάς είχε τονίσει ότι είναι αντίθετος στη διαδικασία απονομής των βραβείων, για να εκφράσει στη συνέχεια δημόσια την αποδοκιμασία του απέχοντας από την τελετή μαζί με τους υπόλοιπους συντελεστές της ταινίας. Οπως δήλωσε, τα βραβεία του Υπουργείου Πολιτισμού είναι γι' αυτόν «μια απολύτως παρωχημένη διαδικασία».

Δηλώσατε ανοιχτά την αντίθεσή σας στα Κρατικά Βραβεία. Τι θα θέλατε να δείτε να γίνεται από εδώ και στο εξής;

Είναι ανάγκη το σύστημα αυτό να αλλάξει. Δεν υπάρχει τίποτα αντίστοιχο στον κόσμο. Το μοναδικό αντίστοιχό του είναι η Ακαδημία Κινηματογράφου στην Αμερική.

Πρόκειται για μια δημοκρατική, ανοιχτή διαδικασία, όπου συμμετέχουν εκατοντάδες ψηφοφόροι, όλος ο χώρος δηλαδή. Τα δικά μας βραβεία υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν τη γνώμη των ανθρώπων του χώρου, των θεσμικών παραγόντων και των συνδικάτων - όσων δηλαδή έχουν επιλεχθεί από το Υπουργείο.

Η όποια τους κρίση έχει σημασία ως προς το εξής: ποια κατεύθυνση ή τι είδους στρατηγικές, προοπτικές ή δυναμική, αν θέλετε, είναι αυτή που προτάσσεται. Αυτή που θα ευχόμαστε ή θα θέλαμε σαν κινηματογραφικός χώρος να αναπτυχθεί σε όλα τα επίπεδα. Κυρίως, κατά τη γνώμη μου, αφορούν το πλαίσιο στο οποίο πρέπει να γίνονται οι ταινίες.

Αν αυτό δεν φαίνεται πουθενά, τότε ποια είναι η στρατηγική μας; Να κάνουμε κάτι που να απευθύνεται πού; Με ποιους όρους, με ποιες προοπτικές και με ποια στόχευση; Το θέμα αυτό ξεπερνά κατά πολύ τα βραβεία, γιατί είναι πολύ πιο σημαντικό...

Περιμένουμε πάντως σύντομα να αλλάξουν μορφή τα βραβεία με τον νέο κινηματογραφικό νόμο...

Μακάρι, γιατί δεν ξέρω αν εμπεριέχουν κάποια στρατηγική ή οποιαδήποτε σχέση με την πραγματικότητα και τον κόσμο. Η συγκυρία των βραβείων έξω από την πύλη του φεστιβάλ δεν έχει καμία αξία. Αναλώνεται στο εσωτερικό, δεν βγαίνει ούτε έξω από την επιδερμίδα του.

Σε ό,τι αφορά τα γυρίσματα της «Αθανασίας», που αποτελεί διεθνή συμπαραγωγή, αντιμετωπίσατε κάποιες δυσκολίες σε κάποιο στάδιο, στα γυρίσματα, για παράδειγμα, που έγιναν στη Νέα Υόρκη;

Νομίζω ότι δεν έχει γίνει άλλη ελληνική ταινία στην Αμερική τα τελευταία χρόνια.

Η δυσκολία ήταν ότι δεν είχε δοκιμαστεί τίποτα. Επρεπε να ανοίξουμε τον δρόμο, κυρίως σε πρακτικά θέματα. Το συνεργείο προερχόταν από εκεί. Επίσης, πολλά γυρίσματα ήταν σε δημόσιους χώρους, καθιστώντας την όλη διαδικασία αρκετά δύσκολη...

Πώς δουλέψατε το σενάριο;

Είχα κάνει κάποιες έρευνες στα Δωδεκάνησα το 2002 και το 2003. Ορισμένα στοιχεία που πήρα είχαν συμβεί παλιότερα και έχουν φτάσει στις μέρες μας κάπως σαν μύθος... Μου κίνησαν λοιπόν το ενδιαφέρον και στη συνέχεια πήραν μια άλλη διάσταση στη σφαίρα της μυθοπλασίας.

Μορφοποιήθηκε έτσι μια ιστορία, που στη συνέχεια αυτονομήθηκε και τοποθετήθηκε στη δεκαετία του 60.

Το στοιχείο της αληθοφάνειας, της ταύτισης με πραγματικά γεγονότα δεν με ενδιέφερε καθόλου. Ούτε σκοπεύει εκεί η ταινία...

Θα λέγατε ότι λειτουργεί ως ηθογραφία;

Η ταινία δεν είναι καθόλου ηθογραφία. Είναι το τελευταίο πράγμα που έχει ανάγκη αυτή η ιστορία. Την έχουμε αφήσει απ έξω. Τα ρούχα δεν αντιστοιχούν σε κανέναν τόπο.

Γι αυτό και δούλεψα με έναν ξένο, έναν Σκοτσέζο ενδυματολόγο. Η γραμμή που έχουν τα κουστούμια αντιστοιχούν στην ιαπωνική και την κινεζική. Η ιστορία αυτή θα μπορούσε να ειπωθεί οπουδήποτε αλλού.

Εχει τόσο ισχυρό πυρήνα και ξεκάθαρη αρχετυπική δομή, που δεν έχει ανάγκη καμιά ηθογραφία.

Η γυναίκα έχει κυρίαρχη θέση στην «Αθανασία».

Οι γυναίκες είναι αυτές που κινούν τα πράγματα. Η αφήγηση εκτυλίσσεται από την πλευρά τους. Αυτές παίρνουν τις σημαντικές αποφάσεις τόσο στην περίπτωση αυτή, όπως και γενικότερα, κατά την άποψή μου.

Ολα είναι, δηλαδή, «γυναικεία υπόθεση»... Εν τέλει, οι άντρες υπόκεινται στη θέλησή τους.

Για μένα, τα κίνητρα των γυναικών είναι πολύ πιο γοητευτικά και πιο σύνθετα. Οι γυναίκες αποφασίζουν για τα σοβαρά και τα σημαντικά. Εχουν μεγαλύτερη σοφία και διασύνδεση με τα θεμελιώδη θέματα.

ΑΝΤΑ ΔΑΛΙΑΚΑ
[email protected]