Βέφα Αλεξιάδου: τίμησε την τελευταία επιθυμία του άντρα της

28.02.2007
Ηταν 15 Ιανουαρίου του 2006 όταν η Βέφα Αλεξιάδου αποχαιρέτησε για πάντα τον αγαπημένο της σύζυγο Κώστα. Τότε μας είχε μιλήσει με δάκρυα στα μάτια για τη μεγάλη της απώλεια

Ένας χρόνος χωρίς τον Κώστα
Ηταν 15 Ιανουαρίου του 2006 όταν η Βέφα Αλεξιάδου αποχαιρέτησε για πάντα τον αγαπημένο της σύζυγο Κώστα. Τότε μας είχε μιλήσει με δάκρυα στα μάτια για τη μεγάλη της απώλεια. Ένα χρόνο μετά η βασίλισσα της κουζίνας βιώνει τον ίδιο πόνο και με μεγάλη δύναμη προσπαθεί να συνεχίσει την καθημερινότητά της, έχοντας ως οδηγό τα τελευταία του λόγια. Όταν κατάλαβε ότι πλησίαζε το τέλος, μου είχε ζητήσει να μη φορέσω ποτέ μαύρα», θυμάται η κ. Βέφα και με δυσκολία καταφέρνει να συγκρατήσει τη συγκίνησή της. «Τα αντιπαθούσε τα μαύρα. Ακόμη και τα επίσημα ρούχα μου δεν ήθελε να είναι μαύρα. Θυμάμαι σαν χθες τα τελευταία του λόγια: «Ούτε μαύρα θέλω να φορέσεις ούτε να κλάψεις Σε θέλω με το κεφάλι ψηλά. Έχεις τα παιδιά σου, τα εγγόνια σου και να τους φροντίζεις».

Δύσκολος χρόνος
Στις 14 Ιανουαρίου η κ. Βέφα έκανε το μνημόσυνο για τον πολυαγαπημένο της σύζυγο σε κλειστό οικογενειακό περιβάλλον. «Τον πόνο μου δεν μ αρέσει να τον μοιράζομαι με τον κόσμο παρά μόνο τις χαρές μου», μας λέει η ίδια. «Έχω λίγους στενούς φίλους που μου συμπαραστέκονται. Δεν θέλω όμως η στενοχώρια μου να βγαίνει παραέξω και δεν θέλω να με λυπούνται. Ο άντρας μου πάντα πίστευε κι εγώ συμφωνώ σ' αυτό ότι τα βάσανα τα κλειδώνουμε στο σπίτι». Πώς ήταν όμως αυτός ο πρώτος χρόνος για την κ. Βέφα; «Αυτός ο χρόνος πέρασε πολύ άσχημα και ήταν πολύ βαρύς. Δεν μπόρεσα ούτε τα Χριστούγεννα να χαρώ. Πήρα τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου και πήγαμε στο εξωτερικό. Στο σπίτι μου στην Αθήνα είχα όλες τις αναμνήσεις από τους γιατρούς που μπαινοβγαίνανε το τελευταίο διάστημα και στης Χαλκιδικής όλες τις αναμνήσεις, που στολίζαμε το δέντρο και περνούσαμε υπέροχα. Ούτε στο ένα ούτε στο άλλο σπίτι ήθελα να είμαι. Ήθελα να ξεχαστώ».

Καμία άλλη αρρώστια δεν θα τον σκότωνε
Δεν περνά ούτε μέρα που να μην τον αναζητήσει, που να μη μιλήσει για κείνον, που να μην έρθουν εικόνες της ευτυχισμένης τους ζωής στο μυαλό της. «Καμιά φορά όταν βρίσκομαι στο σπίτι στη Χαλκιδική νομίζω ότι θα ακούσω την κόρνα του αυτοκινήτου κι εκείνον να μου φωνάζει για να πάμε για ψώνια. Έδινε ζωή όχι μόνο σ' εμάς, αλλά και σε όλους τους ανθρώπους που γνώριζε. Ο άντρας μου είχε πάντα κέφι και χιούμορ. Μόνο ένας καρκίνος θα μπορούσε να τον σκοτώσει. Καμία άλλη αρρώστια...».