Διάλεξη : Ελεύθεριος Βενιζέλος και Θουκυδίδης

03.12.2008
Ο σερ Μάικλ Λιουέλιν-Σμιθ, διπλωμάτης καριέρας, υπηρέτησε την περίοδο 1996-99 στην Αθήνα και είχε την έδρα του στο κτήριο της οδού Πλουτάρχου, που μέχρι το 1936 ήταν η κατοικία του Ελευθερίου Βενιζέλου. Κλασσικός φιλόλογος, με σπουδές στην αρχαία ιστορία και τη φιλοσοφία και συγγραφέας 4 βιβλίων με ελληνικά θέματα, μελετάει τα τελευταία χρόνια τη ζωή του εμβληματικού Έλληνα πολιτικού, ο οποίος σφράγισε μια από τις πιο δραματικές και καθοριστικές περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Τι: Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ: Ελεύθεριος Βενιζέλος και Θουκυδίδης
Διάλεξη του σερ Μάικλ Λιουέλιν - Σμιθ Πρώην Πρέσβη του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα
Πότε: Τετάρτη, 3 Δεκεμβρίου, 7μ.μ.
Είσοδος ελεύθερη με δελτία προτεραιότητας
Η διάλεξη θα γίνει στα αγγλικά και θα υπάρχει ταυτόχρονη μετάφραση στα ελληνικά.
Η διανομή των δελτίων αρχίζει στις 6 μ.μ.
Σε περίπτωση μεγάλης προσέλευσης αρχίζει μισή ώρα νωρίτερα.

Τη σχέση του μεγάλου πολιτικού Ελευθερίου Βενιζέλου με τον θεμελιωτή της ιστορίας, τον Θουκυδίδη, θα ανιχνεύσει ο σερ Μάικλ Λιουέλιν- Σμιθ, πρώην Πρέσβης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα, στη διάλεξη που θα δώσει στο Μέγαρο Μουσικής, την Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου, και θα επιχειρήσει να ερμηνεύσει την επιλογή του πολιτικού να ασχοληθεί με τη μετάφραση του έργου του.

Τη διάλεξη θα προλογίσει ο κ. Θάνος Βερέμης, καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (ΕΣΥΠ).

Ο σερ Μάικλ Λιουέλιν-Σμιθ, διπλωμάτης καριέρας, υπηρέτησε την περίοδο 1996-99 στην Αθήνα και είχε την έδρα του στο κτήριο της οδού Πλουτάρχου, που μέχρι το 1936 ήταν η κατοικία του Ελευθερίου Βενιζέλου. Κλασσικός φιλόλογος, με σπουδές στην αρχαία ιστορία και τη φιλοσοφία και συγγραφέας 4 βιβλίων με ελληνικά θέματα, μελετάει τα τελευταία χρόνια τη ζωή του εμβληματικού Έλληνα πολιτικού, ο οποίος σφράγισε μια από τις πιο δραματικές και καθοριστικές περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Μετά την ήττα του στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920, ο Βενιζέλος καταπιάνεται με την μετάφραση αυτού του μοναδικού κειμένου. Υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα στον συγγραφέα της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου και στον μεταφραστή της: και οι δύο δούλεψαν το έργο αυτό ως πολιτικοί εξόριστοι. Είκοσι τέσσερις αιώνες χωρίζουν την εξορία του Θουκυδίδη στη Αμφίπολη και του Βενιζέλου στο Παρίσι. Και οι δύο είναι θύματα εμφύλιων συγκρούσεων και διχασμών.

Η αυτοεξορία του Βενιζέλου διαρκεί από το 1920 έως το 1928 και στο διάστημα αυτό ολοκληρώνει τη μετάφραση των Ιστοριών του Θουκυδίδη, η οποία εκδίδεται το 1940-41, από τον εκδοτικό οίκο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης με φροντίδα και δαπάνη της χήρας του, Έλενας Σκυλίτση, στην οποία είχε αφήσει το χειρόγραφο, μαζί με 17 τόμους χειρόγραφων σημειώσεων. Την επιμέλεια εκείνης της πρώτης έκδοσης έκανε ο διπλωμάτης και δημοσιογράφος Δημήτριος Κακλαμάνος. Μέσα στην κόλαση του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Θουκυδίδης, μετά από αιώνες μιας άχαρης φιλολογικής σταδιοδρομίας, βρίσκει τον προορισμό που ο ίδιος επιθυμούσε.

Η μετάφραση αυτή είναι ένα από τα αναπάντεχα επιτεύγματα του Βενιζέλου, που έχει απασχολήσει ιστορικούς και ερευνητές. Προφανώς ο απογοητευμένος και τιμωρημένος από τη λαϊκή ετυμηγορία πολιτικός επιλέγει με το εγχείρημά του αυτό να παραδειγματίσει τους σύγχρονούς του Έλληνες μέσα από το κείμενο του ιστορικού, ο οποίος στα προλεγόμενά του είναι σαφής για την αποστολή του έργου του: « Ο αποκλεισμός του μυθώδους από την ιστορίαν μου ίσως να την καταστήσει ολιγώτερον τερπνήν ως ακρόαμα. Θα μου είναι όμως αρκετόν εάν το έργον μου κρίνουν ωφέλιμον όσοι θελήσουν να έχουν ακριβή αντίληψιν των γεγονότων, όσα έχουν ήδη λάβει χώραν και εκείνων τα οποία κατά την ανθρωπίνην φύσιν μέλλουν να συμβούν περίπου όμοια. Διότι την ιστορίαν μου έγραψα ως θησαυρόν παντοτεινόν?».

Στη διάλεξή του, ο σερ Λιουέλιν-Σμιθ θα αφηγηθεί πως, πότε και γιατί ο μεγάλος Έλληνας πολιτικός μπήκε σ’ αυτή την περιπέτεια, που υπήρξε και η παρηγοριά του στα χρόνια της απομόνωσής του στο εξωτερικό. Δείγμα της μετάφρασής του, ο Βενιζέλος παρουσίασε για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό το 1926, όταν δημοσίευσε τον Επιτάφιο του Περικλή στο «Ελεύθερον Βήμα», μετά από παράκληση του φίλου του, Δημητρίου Λαμπράκη.

Το έργο ολοκληρώθηκε το 1928, αλλά τα καταιγιστικά γεγονότα της εποχής, η επανεμπλοκή του Βενιζέλου στην πολιτική ζωή και ο θάνατός του δεν άφησαν προφανώς περιθώρια για να ασχοληθεί με τη δημοσίευση της μετάφρασης όσο ζούσε.

Τι έκανε όμως τον πολιτικό να αφιερώσει χρόνο από την πολυάσχολη ζωή του στον Θουκυδίδη; Ο σερ Λιουέλιν-Σμιθ θα επιχειρήσει να δώσει κάποιες απαντήσεις: η ιδιοσυγκρασιακή του συγγένεια με τον ιστορικό; Ο θαυμασμός του για την προσωπικότητα και τα επιτεύγματα του Περικλή; Η πρόθεσή του να αναζητήσει στις ιστορίες του Θουκυδίδη τις ρίζες του Εθνικού Διχασμού και των κοινωνικών συγκρούσεων; Η επιθυμία του να προσφέρει στους Έλληνες αναγνώστες ένα πρότυπο μετάφρασης των σημαντικών αρχαίων συγγραφέων;

Ο σερ Μάικλ Λιουέλιν-Σμιθ γεννήθηκε το 1939 στην κομητεία Μπέρκσάιρ και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης κλασσική φιλολογία, αρχαία ιστορία και φιλοσοφία. Το διδακτορικό του είχε ως θέμα την «Ελληνική κατοχή της Σμύρνης και της δυτικής Μικράς Ασίας, 1919-1922» ενώ η σταθερή και μακρόχρονη σχέση του με την Ελλάδα έχει ήδη καταγραφεί σε τέσσερα βιβλία με θέματα από την ελληνική ιστορία και τον πολιτισμό.

Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του, «Όραμα της Ιωνίας» (ΜΙΕΤ 2002) και «Οι Ολυμπιακοί του 1896 στην Αθήνα. Η γένεση των σύγχρονων αγώνων» (Εστία 2004). Αμετάφραστα είναι τα έργα του, «The great island», για την ιστορία, τον πολιτισμό και τις λαϊκές παραδόσεις στην Κρήτη, «Athens: a cultural and literary history», για τη ζωή και τον πολιτισμό της πόλης ανά τους αιώνες και για τη σχέση της με την αρχαία της κληρονομιά καθώς και ένα μικρό πόνημα για την ιστορία της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα.

Ο σερ Λιουέλιν-Σμιθ μπήκε στην βρετανική διπλωματική υπηρεσία το 1970 και κατά τα 30 χρόνια της θητείας του υπηρέτησε στη Μόσχα, το Παρίσι, τη Βαρσοβία, την Αθήνα και το Λονδίνο. Ως φοιτητής, δάσκαλος, διπλωμάτης και ταξιδιώτης έχει περάσει περισσότερα από 11 χρόνια στην Ελλάδα, στην οποία εξακολουθεί να επιστρέφει συχνά και να τροφοδοτεί τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα.