Οινική άνοιξη

26.02.2009
Ο Ελληνικός αμπελώνας διάγει την καλύτερη του περίοδο. Η πετυχημένη πορεία του Ελληνικού κρασιού έχει λόγους, αιτίες και επίγευση που αναστατώνει τον ουρανίσκο.

Από τον Νίκο Μαούνη

Tα «πέτρινα χρόνια» του ελληνικού κρασιού έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Την τελευταία εικοσαετία, η ντόπια οινική παραγωγή έχει μπει στον αστερισμό της επιτυχίας, η οποία ξεκινά, κυριολεκτικά, από τις ρίζες του και φτάνει μέχρι το τελικό προϊόν και την προώθησή του.

Καθοριστικός παράγοντας αυτής της ευρείας, πλέον, αποδοχής είναι το ότι έχει βελτιώσει σε εξαιρετικό βαθμό την αμπελουργική παράμετρο. Εξαιρετικοί αμπελουργοί έχουν ψάξει, έχουν πειραματιστεί, έχουν αγωνιστεί και έχουν βελτιώσει σε εντυπωσιακό βαθμό τις ποικιλίες, τον τρόπο καλλιέργειάς τους, τις συνθήκες και εντέλει το τελικό αποτέλεσμα. Διότι όλοι ξέρουμε ότι το καλό κρασί ξεκινά από το αμπέλι. Eνας άλλος παράγοντας της επιτυχίας του είναι η μεγάλη ποικιλία αλλά και η ιδιαιτερότητα των γηγενών ελληνικών ποικιλιών, μερικές από τις οποίες είναι μοναδικές στο παγκόσμιο οινικό στερέωμα.

Αν λοιπόν κάποιος θέλει να δοκιμάσει ένα Ασύρτικο, ένα Αγιωργίτικο, ένα Ξινόμαυρο ή ένα Μοσχοφίλερο, δεν έχει παρά να προτιμήσει ένα ελληνικό κρασί. Ενα ακόμη πλεονέκτημα που συνδέεται με τις ποικιλίες είναι και η τεράστια ποικιλία των γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων και των εδαφικών κλιματικών ιδιομορφιών, που εκφράζονται στον ελληνικό αμπελώνα, δίνοντας αυτήν τη μαγική διαφορά που γεννιέται στην ίδια ποικιλία όταν αυτή καλλιεργείται σε διαφορετικό τόπο.

Το επόμενο βήμα είναι οι διαδικασίες της οινοποίησης. Εκεί, τα άλματα των Ελλήνων παραγωγών είναι πραγματικά ολυμπιακών προδιαγραφών. Χρησιμοποιώντας τη μακραίωνη εμπειρία και οινική κουλτούρα του λαού μας, σε συνδυασμό με την εξέλιξη της τεχνολογίας και την εισαγωγή του know-how από τις οινικά προηγμένες χώρες, οι Eλληνες παραγωγοί βελτίωσαν σε εκρηκτικό βαθμό -σε σύγκριση με 20 χρόνια πριν- το τελικό προϊόν.

Αυτήν τη στιγμή, τα ελληνικά κρασιά διακρίνονται σε παγκόσμιο επίπεδο, κερδίζουν βραβεία, σκαρφαλώνουν στις πρωτιές, δέχονται ιδιαίτερα θετικές κριτικές και πραγματικά, πολλά από αυτά δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από αντίστοιχα κρασιά άλλων χωρών.

Ομως και στον χώρο του marketing, της προώθησης, της διαφήμισης, της επικοινωνίας, της διάδοσης του ελληνικού κρασιού, δεν πάμε πίσω. Σ’ αυτόν τον εξαιρετικά δύσκολο χώρο του παγκόσμιου ανταγωνισμού, το ελληνικό κρασί βελτίωσε την εικόνα του σε όλα τα επίπεδα, από τις φιάλες μέχρι τον φελλό και από το καψούλι μέχρι την ετικέτα.

Κατέβηκε στον στίβο του ανταγωνισμού, με όσα όπλα μπορούσε να έχει συμμετέχοντας σε εκθέσεις, παρουσιάσεις, διαγωνισμούς και εισπράττοντας τα επινίκια όπου του άξιζε. Βελτίωσε τον τρόπο προσέγγισης των ξένων αγορών, κινήθηκε σε πρωτότυπες μορφές προώθησης, πρόβαλε τις ιδιαιτερότητές του (κυρίως μέσα από τις ποικιλίες του) και εκμεταλλεύτηκε όσο μπορούσε τη μακραίωνη ύπαρξή του.

Τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι αρκετοί έχουν αντιληφθεί ότι για να συνεχιστεί η θετική εξέλιξη, θα πρέπει να γίνει αποδεκτό στις ξένες αγορές καταρχάς το ελληνικό κρασί γενικώς, και να ακολουθήσουν οι διάφορες ετικέτες (brand names).

Τέλος, θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η επιτυχία του ελληνικού κρασιού, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την καλή πορεία της χώρας μας. Οταν ο τουρισμός ανεβαίνει -τόσο σε αριθμό αφίξεων όσο και σε επίπεδο υπηρεσιών- δημιουργείται ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την εγχώρια παραγωγή. Τα εκατομμύρια των τουριστών έρχονται στην Ελλάδα και δοκιμάζουν τα κρασιά μας μπορούν να γίνουν και οι καλύτεροι πρεσβευτές στην παγκόσμια αγορά.

Παράλληλα, το ελληνικό κρασί έχει καλή πορεία όταν την ίδια στιγμή γίνεται word of mouth (επικοινωνία από «στόμα σε στόμα») για την ποιότητά του, αλλά και για τη μεσογειακή διατροφή, την ελληνική κουζίνα, τα παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα. Το ελληνικό κρασί παίζει δυνατά στο παγκόσμιο παιχνίδι όταν αναπτύσσεται ο οινοτουρισμός στη χώρα μας.

Οταν μπορούν να έρχονται χιλιάδες wine lovers οι οποίοι, ακολουθώντας τους δρόμους του κρασιού στα Μεσόγεια, στη Νεμέα, στη Μακεδονία και αλλού, το απολαμβάνουν, το χαίρονται, το δοκιμάζουν, το γνωρίζουν, γνωρίζουν τους ανθρώπους του και εντέλει το εκτιμούν.

Ετσι, αν και είναι πάρα πολλοί αυτοί που αναφερόμενοι στην εξέλιξη, στο παρελθόν, στο παρόν και το μέλλον του ελληνικού κρασιού, γκρινιάζουν δικαίως ή αδίκως, η πρόοδος που έχει συντελεστεί είναι αδιαμφισβήτητη.