Στεγάζει... τα όνειρά μας

22.03.2007
Απαραίτητο στοιχείο στη σωστή λειτουργία και την προστασία κάθε κατοικίας, η στέγη απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή στο σχεδιασμό και την κατασκευή της.

Από την αρχιτέκτονα Λίζα Πανοπούλου

Οταν κάποιος βρεθεί στο δρόμο την ώρα που αρχίζει να πέφτει βροχή, η άμεση αντίδρασή του είναι να σηκώσει τα χέρια για να σκεπάσει το κεφάλι του και να προστατευτεί. Αυτή η κίνηση εκφράζει την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου να βρει στέγη - είναι η πρώτη στέγη.

Πολλές χιλιάδες χρόνια πριν, ο άνθρωπος κυκλοφορούσε ελεύθερα στην ύπαιθρο κυνηγώντας και ψάχνοντας για τροφή. Στέγη έβρισκε σε σπηλιές. Κάποια στιγμή άρχισε να φτιάχνει τη δικιά του «σπηλιά», με υλικά που έβρισκε γύρω του και έτσι ξεκίνησε ο σχεδιασμός του πρώτου σπιτιού. Από τότε η εξέλιξη του ανθρώπινου γένους ήταν ραγδαία, αλλά οι βασικές ανάγκες παραμένουν οι ίδιες. Η στέγη προστατεύει όχι μόνο τον άνθρωπο, αλλά το ίδιο το κτίσμα και όποια υπάρχοντα βρίσκονται στο χώρο που προφυλάσσει. Κατά συνέπεια, ο σωστός σχεδιασμός της αποτελεί βασική απαίτηση μιας κατοικίας. Στην ουσία, δύο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά στη μορφολογία μιας στέγης: το πρώτο είναι ο κλιματολογικός παράγοντας, ενώ το δεύτερο είναι η αισθητική που σχετίζεται άρρηκτα με την τυπολογία του συνόλου. Το σχήμα και τα υλικά της στέγης προδιαγράφουν τους υποκείμενους όγκους και καθορίζουν την εσωτερική διαμόρφωση του κτιρίου. Παρότι σήμερα, χάρη στην εξέλιξη της τεχνολογίας και τη βελτίωση των υλικών, οι δυνατότητες για την κατασκευή μιας στέγης είναι πάρα πολλές, κατά κανόνα χρησιμοποιούνται οι επικλινείς στέγες ή τα δώματα - ανάλογα με τις ιδιομορφίες ή τις προδιαγραφές της κάθε περιοχής (κλίμα, παράδοση, υλικά).

Επικλινείς στέγες

Οι επικλινείς στέγες μπορεί να είναι: μονόρριχτες, δίρριχτες ισοσκελείς (ίση κλίση και από τις δύο μεριές), δίρριχτες ανισοσκελείς, τρίρριχτες (η μία πλευρά καταλήγει σε αέτωμα και η άλλη σε τρία κεκλιμένα επίπεδα), τετράρριχτες με μία κορυφή και τετράρριχτες με δύο κορυφές. Πέρα από τις παραπάνω βασικές κατηγορίες, μπορεί να γίνουν και συνδυασμοί κλίσεων. Οι κλίσεις μετριούνται σε μοίρες. Οποια στέγη έχει κλίση μεγαλύτερη από 5 μοίρες θεωρείται επικλινής. Οσο μεγαλύτερη είναι η κλίση, τόσο πιο γρήγορα θα φεύγουν τα νερά και τα χιόνια. Βέβαια, σε περιοχή με πολύ αέρα ο υπολογισμός και η κατεύθυνση της κλίσης θέλουν ιδιαίτερη προσοχή, ώστε να αποφεύγεται η αντίστροφη ροή των όμβριων υδάτων που μπορεί να προκαλέσουν πλήθος προβλημάτων. Εκτός από τους κλιματολογικούς παράγοντες, την κλίση μιας στέγης καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και το υλικό επικάλυψης. Για παράδειγμα, χρειάζεται κλίση 15-20% για τα κυματοειδή φύλλα, 22-35% για τα βυζαντινά κεραμίδια και 40% για τα πτυχωτά κεραμίδια. Στην Ελλάδα, η πιο συνηθισμένη κλίση είναι 40%, αλλά απαντώνται και διαφορετικές εφαρμογές για τους λόγους που αναφέραμε προηγουμένως. Η κατασκευή της στέγης μπορεί να γίνει από ξύλο, μέταλλο ή από σκυρόδεμα (μπετόν). Το τελευταίο προτιμάται γιατί παρουσιάζει μεγαλύτερη αντοχή στις φορτίσεις. Η ξύλινη στέγη προκρίνεται για αισθητικούς λόγους, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που θέλουμε να αποτελεί και διακοσμητικό στοιχείο μιας κατοικίας. Το ξύλο είναι πολύ πιο ζεστό υλικό και συνδυάζεται με μια παραδοσιακή προσέγγιση κατασκευής.

Οι μεταλλικές στέγες κατασκευάζονται παρόμοια με τις ξύλινες, μόνο που τα ζευκτά γίνονται απλούστερα, κάτι που συμβάλλει στο να γίνει ελαφρότερη και φτηνότερη η κατασκευή.

Είναι σημαντικό κατά τη σχεδίαση / κατασκευή της στέγης να δίνεται έμφαση στις λεπτομέρειες των ενώσεων, ώστε να αποφευχθούν απώλειες θέρμανσης και στεγανότητας που μπορεί να προκαλέσουν δυσλειτουργία και γενικότερα φθορά των υλικών κατασκευής του σπιτιού. Ορισμένα λάθη που μπορεί να προκύψουν κατά τη φάση αυτή είναι:

· μη επαρκής αερισμός των στρώσεων κάτω από την επικάλυψη.

· εάν δεν υπάρχει φράγμα υδρατμών, μπορεί να προκύψει ρηγμάτωση των κεραμιδιών, αύξηση της υγρασίας στα φέροντα στοιχεία, κάτι που επιτρέπει την ανάπτυξη μυκήτων -ενώ στις περιπτώσεις ξύλινης στέγης αυξάνονται οι πιθανότητες τα ξύλα να προσβληθούν από λευκούς τερμίτες- και ταυτόχρονα μείωση των ιδιοτήτων των θερμομονωτικών υλικών.

Η λύση για να αποφευχθούν τα παραπάνω προβλήματα είναι η τοποθέτηση εύκαμπτου διαφράγματος κάτω από τα κεραμίδια και πάνω από τη μόνωση ή τα φέροντα στοιχεία, ώστε να δημιουργηθούν δυο διαφορετικές ζώνες που θα επιτρέπουν το σωστό αερισμό. Προβλήματα ακόμη προκύπτουν από τυχόν λάθος τοποθέτηση της θερμομόνωσης, η οποία μπορεί να δημιουργήσει θερμογέφυρες. Εάν η θερμομόνωση τοποθετηθεί εξωτερικά του κελύφους, διευκολύνεται η προστασία του κτιρίου, πρακτική όμως που δε συνηθίζεται στη χώρα μας. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στα σημεία που σχηματίζονται αυλάκια, τα οποία αν δε στεγανοποιηθούν κατάλληλα ή/και τοποθετηθούν μεταλλικά λούκια, μπορεί τα νερά να διεισδύσουν στο κτίριο και να προκληθούν ζημιές.

Επικάλυψη στέγης

Για την κάλυψη μιας επικλινούς στέγης υπάρχει μεγάλη γκάμα υλικών. Η επιλογή τους εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων είναι το αισθητικό / σχεδιαστικό στοιχείο, οι κλιματολογικές / καιρικές συνθήκες, το περιβάλλον και το οικονομικό κριτήριο. Μερικά από τα υλικά είναι τα ακόλουθα:

Κεραμίδια: Στη χώρα μας τα κεραμίδια συνδέονται με την πιο παραδοσιακή έκφραση των κτιρίων. Γι αυτό υπάρχει και μακρά παράδοση στη βιομηχανία των κεραμιδιών. Εχουν μεγάλη στεγανότητα, αναπνέουν, είναι άκαυστα και προσφέρουν μεγάλη θερμοχωρητικότητα. Χωρίζονται κατά κανόνα σε τρεις κατηγορίες: τα βυζαντινά, τα πτυχωτά που είναι πλέον τα πιο κοινά και τα πιο οικονομικά, καθώς και τα επίπεδα που χρησιμοποιούνται κυρίως σε μεγάλες κλίσεις.

Λίθινες πλάκες: Οι λίθινες πλάκες χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά σε μέρη που το υλικό βρισκόταν αφενός εύκολα και αφετέρου εκεί όπου επικρατούσαν ακραίες καιρικές συνθήκες και οι στέγες απαιτούσαν μεγάλες κλίσεις. Σαν υλικό χρήζει εύκολης επεξεργασίας, ενώ δεν έχει ανάγκη ιδιαίτερης συντήρησης. Οι γνήσιες λίθινες πλάκες είναι ακριβό υλικό και πολλές φορές σήμερα προτιμούνται κάποιες βιομηχανοποιημένες απομιμήσεις.

Ασφαλτικά πλακίδια: Τα ασφαλτικά κεραμίδια χρησιμοποιούνται πολλά χρόνια στη Βόρεια Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Στην Ελλάδα άρχισε η χρήση τους σχετικά πρόσφατα. Είναι κατασκευασμένα από ασφαλτικά και ανόργανα αδρανή υλικά που διαθέτουν υγρομονωτικές ιδιότητες, ενώ παράλληλα διακρίνονται για το μικρό βάρος τους και τη μεγάλη τους αντοχή. Διατίθενται σε διάφορα χρώματα - κάτι που επιτρέπει το συνδυασμό με διάφορα άλλα υλικά του κελύφους του κτιρίου. Χρησιμοποιούνται σε στέγες με κλίση πάνω από 20%.

Φύλλα χαλκού: Ο χαλκός χαρακτηρίζεται από εξαιρετικές φυσικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται εδώ και πολλά χρόνια για την κάλυψη της στέγης. Παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα, εκ των οποίων τα σπουδαιότερα είναι η αντοχή στις καιρικές συνθήκες, η διάρκεια ζωής, η ελάχιστη έως μηδενική ανάγκη συντήρησης, η δυνατότητα επεξεργασίας του και η αισθητική. Παρά την αυξημένη τιμή του, σε βάθος χρόνου, είναι οικονομικότερο υλικό.

Μεταλλικά φύλλα: Οταν αναφερόμαστε στα μεταλλικά φύλλα εννοούμε κοινώς τα φύλλα λαμαρίνας, τα οποία στη χώρα μας χρησιμοποιούνται κυρίως σε βιομηχανικά κτίρια. Πάντως, τα τελευταία χρόνια το είδος αυτό έχει βελτιωθεί αισθητικά και διατίθεται σε όλα τα χρώματα σαν πανό με ενσωματωμένο θερμομονωτικό υλικό.

Διαφανή υλικά: Το γυαλί και τα διάφορα πλαστικά υλικά χρησιμοποιούνται εκεί όπου θέλουμε να μπαίνει φως από την οροφή, κυρίως σε αίθρια και σε χώρους που δε διαθέτουν απευθείας πρόσβαση από το εξωτερικό του σπιτιού. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή τους, ιδίως για το γυαλί που είναι εύθραυστο.

Μεμβράνες: Οι μεμβράνες κεραμοσκεπών είναι στεγανωτικά φύλλα που εφαρμόζονται στις κεκλιμένες στέγες κάτω από τα κεραμίδια ή τις πλάκες επικάλυψης, σχηματίζοντας ένα δεύτερο φράγμα προκειμένου να εμποδίσουν την είσοδο του νερού, του αέρα, της σκόνης και του χιονιού. Τα συγκεκριμένα στοιχεία μπορούν να διεισδύσουν μεταξύ των κεραμιδιών ή των πλακών σε έντονα καιρικά φαινόμενα και όταν η κλίση της στέγης είναι μικρότερη από την προβλεπόμενη. Οι μεμβράνες έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, ενώ είναι ανθεκτικές, εύκαμπτες, δε σαπίζουν και είναι σταθερές σε υψηλές και χαμηλές θερμοκρασίες. Βασικά κριτήρια για την επιλογή τους αποτελούν η ατμοδιαπερατότητα -σχετίζεται με τους υδρατμούς που παράγονται κατά τη διάρκεια του χειμώνα στο εσωτερικό του κτιρίου και οι οποίοι έχουν την τάση να κινούνται προς το εξωτερικό και διαμέσου της οροφής- και η μηχανική τους αντοχή.

Πράσινες στέγες

Χρόνια τώρα είναι γνωστά τα "roof garden", που όμως για το ευρύ κοινό συνειρμικά συνδέονται με ξενοδοχεία και εστιατόρια. Τελευταία, η χρήση της φυτεμένης στέγης έχει διευρυνθεί πέραν των προαναφερόμενων χώρων, καθώς έχουν γίνει γνωστές οι σημαντικές ιδιαιτερότητες και τα οφέλη τους. Γενικότερα, οι πράσινες στέγες λειτουργούν ως πνεύμονες και φυσικά φίλτρα μέσα στον αστικό ιστό, συμμετέχοντας έτσι στη μείωση της αστικής νησίδας θερμότητας. Για το ίδιο το σπίτι, το φυτεμένο δώμα προσφέρει εξαιρετική θερμομόνωση, υγρομόνωση και ηχομόνωση, έτσι ώστε να βελτιώνεται η εσωτερική άνεση και να ελαττώνεται η χρήση τεχνητού κλιματισμού. Πέραν της πρακτικής χρησιμότητας της πράσινης στέγης, αυτή λειτουργεί και ως επιπλέον χώρος στον οποίο μπορούν ιδίως το καλοκαίρι να γίνονται συγκεντρώσεις. Για τη βέλτιστη λειτουργία της, πρέπει να γίνει σωστή μελέτη από την αρχή του σχεδιασμού -αναλόγως με τα είδη των φυτών και τη συχνότητα χρήσης του δώματος- ώστε να υπολογιστεί το βάρος που θα χρειαστεί να σηκώσει ο φέρων οργανισμός. Η επιλογή του χώματος και των φυτών είναι επίσης σημαντική, καθώς τα πιο όξινα μπορεί να συμβάλλουν στη διάβρωση της ζώνης στεγάνωσης. Σήμερα, η φύτευση του δώματος έχει γίνει πιο εύκολη υπόθεση λόγω της εφαρμογής καινοτόμων τεχνικών, υλικών και συστημάτων. Η πρακτική αυτή κερδίζει διαρκώς έδαφος καθώς αποτελεί μια σπουδαία λύση (η οποία μακροπρόθεσμα δεν είναι ακριβή) για όσους ζουν σε ένα αστικό περιβάλλουν χωρίς πράσινο.

Δώματα

Τα δώματα επικρατούν ως παραδοσιακή μορφή στέγης στο μεγαλύτερο αριθμό των νησιωτικών οικισμών, κυρίως του νοτίου Αιγαίου, αλλά και σε περιοχές της Στερεάς Ελλάδας. Σε γενικές γραμμές είναι οικονομικότερα από τις επικλινείς στέγες, ενώ χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή στη σχεδίαση των απορροών των όμβριων υδάτων. Τυπολογικά, τα δώματα μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: τα μονοκέλυφα και τα δικέλυφα.

Τα μονοκέλυφα χωρίζονται:

α) στα κοινά δώματα, που διαθέτουν θερμομόνωση πάνω από το φράγμα υδρατμών -το οποίο τοποθετείται πάνω από το φέροντα οργανισμό- και καταλήγει στη στεγάνωση.

β) στα αντεστραμμένα δώματα, που δε διαθέτουν φράγμα υδρατμών επειδή η θερμομόνωση τοποθετείται τελευταία, πάνω από τη στεγάνωση.

Τα δικέλυφα δώματα περιλαμβάνουν ένα κενό τουλάχιστον 20 εκ. μεταξύ των δύο κελυφών, το οποίο λειτουργεί ως στρώμα εξαερισμού. Οι κλίσεις στα δώματα πρέπει να είναι μεταξύ 2% και 5% και να διαμορφώνονται στις επιστρώσεις και όχι στο φέροντα οργανισμό. Ενα δώμα πρέπει να έχει διάφορα σημεία απορροής, που να αντιστοιχεί το καθένα σε 50-100 τ.μ. επιφάνειας.

Επικάλυψη δώματος

Τα δώματα μπορεί να είναι βατά, γεγονός που καθορίζει το υλικό που θα χρησιμοποιηθεί στην επικάλυψη. Στα βατά δώματα μπορούν να τοποθετηθούν όλων των ειδών τα υλικά που χρησιμοποιούνται στα εξωτερικά δάπεδα: πλακάκι, μωσαϊκό μέχρι και ξύλο. Η συχνότητα χρήσης ενός δώματος είναι που θα καθορίσει και το τελικό υλικό της επικάλυψης. Τα μη βατά δώματα καταλήγουν σε στρώσεις από ασφαλτικά υλικά. Η επιλογή των υλικών αυτών πρέπει να γίνεται εξαρχής, ώστε να υπολογίζεται το συνολικό βάρος που αντέχει ο φέρων οργανισμός.

Μόνωση στέγης

Η μόνωση της στέγης απαιτεί προσεκτική μελέτη και κατασκευή, καθώς είναι το πιο εκτεθειμένο σημείο του κτιρίου στις κλιματικές συνθήκες. Πρέπει να υπάρχει προστασία από την υγρασία, να φεύγουν τα όμβρια ύδατα χωρίς να επηρεάζουν τις μονώσεις, καθώς επίσης και στην περίπτωση που το δώμα θα χρησιμοποιηθεί ως δωμάτιο να μπει η κατάλληλη μόνωση που θα αντέχει στο βάρος και τη χρήση.

Θερμομόνωση στέγης

Η θερμομόνωση της στέγης είναι απαραίτητη για να διατηρεί την κατάλληλη θερμοκρασία. Κρατάει το χώρο δροσερό ή ζεστό για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά συγχρόνως προστατεύει και τα δομικά υλικά από τη φθορά που επιφέρουν οι αλλαγές της θερμοκρασίας. Θερμομονωτικά υλικά είναι αυτά που εγκλωβίζουν τον αέρα στη μάζα τους και τον εμποδίζουν να περάσει στο εσωτερικό των χώρων. Η επιλογή τους εξαρτάται από την τοποθεσία του κτιρίου, το κόστος, την εφαρμογή και το επιθυμητό πάχος της κατασκευής. Χωρίζονται σε οργανικά και ανόργανα, τεχνητά και φυσικά ανάλογα με την προέλευσή τους και με την επεξεργασία που υφίστανται πριν από τη χρήση. Ενδεικτικά αναφέρονται: η διογκωμένη πολυστερίνη (φελιζόλ), η εξηλασμένη πολυστερίνη, η πολυουρεθάνη, ο πετροβάμβακας, ο φελλός, το αφρομπετόν κ.ά. Τα σημεία που θα τοποθετηθεί η θερμομόνωση, το πάχος και ο τύπος καθορίζονται από πολλούς παράγοντες όπως: ο προσανατολισμός του κτιρίου, πόσο εκτεθειμένο είναι στην ύπαιθρο, στον αέρα και τον ήλιο, το μέγεθος και την τοποθεσία των ανοιγμάτων.

Υγρομόνωση ή στεγάνωση της στέγης

Σημαντικό κομμάτι της μόνωσης ενός κτιρίου αποτελεί και η στεγάνωση της στέγης του ή αλλιώς η υγρομόνωσή της. Εάν το κτίριο δεν είναι προστατευμένο από την υγρασία η διάρκεια ζωής του μικραίνει σημαντικά, ενώ τα δομικά υλικά και οι θερμομονώσεις απορροφούν την υγρασία ή/και καταστρέφονται. Για να αποφεύγεται η συγ-κέντρωση υγρασίας στη στέγη, είναι απαραίτητος ο καλός αερισμός της. Για το σκοπό αυτό κατασκευάζονται ανοίγματα στις άκρες της στέγης για την είσοδο του αέρα και στην κορυφογραμμή της για την έξοδό του. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι κυρίως παράγωγα της ασφάλτου, όπως ασφαλτικές μεμβράνες, ασφαλτόπανα, ασφαλτικά βερνίκια ή γαλακτώματα κ.ά. Οι στεγανωτικές μεμβράνες που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό πρέπει να διαθέτουν την κατάλληλη αντοχή σε μηχανικές καταπονήσεις όπως σπάσιμο, σκίσιμο, τριβή, θερμοκρασιακές μεταβολές και χημικές επιδράσεις. Η επιλογή και η τοποθέτηση των συγκεκριμένων υλικών εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής, την κατασκευή (τι υλικό, σε ποιο σημείο κτλ.), τις διαστάσεις του χώρου, το υπόστρωμα κ.ά.