Σταθερά βήματα

15.03.2007
Σύμφωνα με έρευνες, το βασικό κριτήριο επιλογής δαπέδων αφορά κυρίως την αισθητική πλευρά και δευτερευόντως τα τεχνικά χαρακτηριστικά και τη συντήρησή τους.

Από τη Σύλβια Μαζλούμη-Μαρσέλλου

Τα ξύλινα δάπεδα αποτελούν μια δημοφιλή επιλογή που καθορίζει το χαρακτήρα της κατασκευής μιας κατοικίας. Η ιδιαίτερη αισθητική του ξύλου έγκειται κυρίως στη φυσική όψη του και τη ζεστασιά που αποπνέει. Είναι ιδανικό για όλους τους χώρους, αναδεικνύοντας παράλληλα τη διακοσμητική πλευρά του.

Διαχωρισμός ξύλου ως προς τη χρήση

Στα ξύλινα δάπεδα, η ξυλεία διαχωρίζεται σε αυτήν που χρησιμοποιείται για το κυρίως δάπεδο (στρώση χρήσης) και σε αυτήν που αφορά την υποδομή τοποθέτησης (καδρονάρισμα-ψευδοδάπεδο).

Ανατομία του κορμού των ξύλων

Σε μια εγκάρσια τομή ενός κορμού διακρίνονται τα εξής τμήματα:

Η εντεριώνη (ψίχα): το αξονικό τμήμα του κορμού μικρής διαμέτρου. Αποτελείται από ειδικής μορφής κύτταρα.

Η καρδιά: το κεντρικό τμήμα του ξύλου. Περιλαμβάνει την ψίχα και τους πλέον κοντινούς δακτύλιους ανάπτυξης που αποτελούνται από νεκρά κύτταρα.

Το εγκάρδιο (καρδιόξυλο): το πλήρες ξύλο με σκουρότερο χρώμα από τα υπόλοιπα τμήματα. Παρουσιάζει αυξημένη αντοχή στο χρόνο από οποιοδήποτε άλλο τμήμα του κορμού.

Το σομφό (σομφόξυλο): η ακραία περιοχή του κορμού. Περιλαμβάνει τις τελευταίες σχηματισθείσες στρώσεις ανάπτυξης, όπου διατηρούνται ακόμη και ζωντανά κύτταρα.

Ο φλοιός: διακρίνεται στον εσωτερικό και στον ξερόφλοιο.

Το κάμβιο: βρίσκεται ανάμεσα στο φλοιό και τον ξερόφλοιο, όπου πολλαπλασιάζονται τα κύτταρα που παράγουν το ξύλο (καμβική ζώνη).

Τα συνηθέστερα είδη ξυλείας για δάπεδα είναι:

Δρυς: Παρουσιάζει μεγάλη μηχανική αντοχή. Τα χρώματά της κυμαίνονται από ανοιχτό κίτρινο έως καστανό.

Καστανιά: Η μηχανική της αντοχή είναι μικρότερη από της δρυός, παρουσιάζει όμως μεγαλύτερη σταθερότητα στις διαστάσεις.

Ερυθρελάτη: Εχει επικρατήσει η ονομασία της ως Σουηδική, ενώ στην πραγματικότητα προέρχεται από όλες τις βόρειες περιοχές. Παρουσιάζει μηχανική αντοχή μεσαίου επιπέδου. Το χρώμα της είναι άσπρο προς στιλπνό καστανοκίτρινο.

Τροπικά ξύλα: Προέρχονται κυρίως από την Αφρική, αλλά και από τη Βραζιλία και την Ιάβα. Τοποθετούνται συνήθως σε χώρους που δέχονται έντονη καταπόνηση, λόγω της μεγάλης πυκνότητας και σκληρότητάς τους. Δύο βασικές προϋποθέσεις για τη χρήση τους είναι να έχουν φουρνιστεί πολλές φορές και να έχουν κατάλληλα επεξεργαστεί, ώστε να απαλλαγούν από μικροοργανισμούς και μύκητες που συνήθως αναπτύσσονται στην τροπική ξυλεία. Καλό είναι να ζητούνται τα σχετικά πιστοποιητικά από τον προμηθευτή.

Τα κυριότερα τροπικά ξύλα:

· To wenge, που προέρχεται από το Καμερούν, σε χρώμα σκούρο με μαύρα νερά.

· Το iroko, που προέρχεται από την Ακτή Ελεφαντοστούν και το Καμερούν, σε διάφορες αποχρώσεις ανάλογα με την περιοχή.

· Το angelique, από τη Β. Βραζιλία, τη γαλλική Γουιάνα και το Σουρινάμ, σε κοκκινωπό χρώμα.

· Το wacapou, από τη Γουιάνα, σε σκούρο καφέ χρώμα με ανοιχτόχρωμες ραβδώσεις.

· Η καναδικη σφένδαμος, που, αν και δεν ανήκει στη συγκεκριμένη κατηγορία ξυλείας, αναφέρεται λόγω της μεγάλης σκληρότητας και των υψηλών ποιοτικών χαρακτηριστικών της. Το χρώμα της είναι συνήθως ανοιχτό καστανό.

Βασικές ιδιότητες

Κύριο χαρακτηριστικό των ξύλινων δαπέδων είναι η αντοχή τους στη φθορά που μετριέται σύμφωνα με την κλίμακα Monnin και σε αντιστοιχία κατά Brinell, όπως απαιτείται από τις προδιαγραφές της Ε.Ε.

Σημαντικό παράγοντα στην επιλογή της ξυλείας αποτελεί η περιεχόμενη υγρασία της. Ετσι, το υψηλό ποσοστό υγρασίας προκαλεί τη συστολή του ξύλου, ενώ στην περίπτωση που στερείται της απαιτούμενης υγρασίας θα την αφομοιώσει από το περιβάλλον και θα παρουσιάσει διαστολή. Η μέτρηση της υγρασίας των ξύλων γίνεται με φορητό υγρόμετρο με ακίδες. Ο δειγματολογικός προσδιορισμός του ποσοστού της πραγματοποιείται με τη λήψη 10 τεμαχίων λωρίδων από συνολική ποσότητα που προορίζεται να καλύψει επιφάνεια 200 τ.μ. Στον πίνακα 1, δίνονται τα ποσοστά υγρασίας για τα συνηθέστερα είδη ξυλείας.

Ανεξάρτητα από την ποιότητα διαλογής, οι λωρίδες ξυλείας δεν πρέπει να παρουσιάζουν:

· Αλλαγή χρώματος, που προέρχεται από τη χημική αλλοίωση της σύστασης του ξύλου από προσβολή μυκήτων.

· Λευκή σήψη στην επιφάνεια, που προκαλείται από το λευκό μύκητα της δρυός.

· Κυάνωση, που παρατηρείται στο σομφόξυλο των ρητινωδών ξύλων.

· Προσβολές από σαράκι.

Ανάλογα με το είδος του ξύλου που έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή του, ένα δάπεδο παρουσιάζει διαφορετικές αντοχές στις προσβολές από μύκητες ή παράσιτα. Για να προσβληθεί από μύκητες -κυρίως το καδρονάρισμα και το ψευδοδάπεδο- απαιτείται να έχει υγρασία 20-40%, η οποία συνήθως προέρχεται από διαρροές σωλήνων εγκαταστάσεων, από ανοιχτές μπαλκονόπορτες, από ελαττωματικές κλίσεις εξωστών κτλ.

Η υγρασία μπορεί, επίσης, να διεισδύσει όταν δεν έχει προβλεφθεί στεγάνωση της εδαφόπλακας, πάνω στην οποία εδράζεται το καδρονάρισμα ή όταν δεν έχει προβλεφθεί φράγμα υδάτων επί της φέρουσας πλάκας ορόφου, όταν οι χώροι εμφανίζουν έντονη υγρομετρία (>7,5gr/m3).

Η προσβολή από τερμίτες παρουσιάζεται σε δάπεδα υπόγειων ή ισόγειων χώρων, όταν το έδαφος είναι ήδη μολυσμένο και δεν έχει προβλεφθεί η εξυγίανσή του ή η στεγανοποίηση των περιμετρικών τοίχων.

Ανάλογα με την περιοχή του κορμού από την οποία προέρχονται (καρδιόξυλο, σομφόξυλο), άλλα ξύλα «δέχονται» τον εμποτισμό τους σε διάφορα υγρά για την καλύτερη προστασία τους, ενώ άλλα όχι. Ετσι, οι λωρίδες ξυλείας επιδέχονται ή όχι, με διαφορετικές βαθμίδες δυσκολίας, τον προστατευτικό τους εμποτισμό (πίνακας 2).

Ευχαριστούμε τον κ. Θεολόγο Παναγιωτίδη, Πολ. Μηχανικό του ΕΜΠ, για τις κατατοπιστικές πληροφορίες σχετικά με τα τεχνικά χαρακτηριστικά των ξύλινων δαπέδων.