Φρανσουά Μπεγκοντό

05.11.2008
Ροκ τραγουδιστής, κριτικός κινηματογράφου, δημοφιλής συγγραφέας, τηλεοπτικός παρουσιαστής, βοηθός σεναριογράφου και τώρα ηθοποιός και εναλλακτικό μοντέλο κινηματογραφικού ήρωα για τις ανάγκες της βραβευμένης με τον Χρυσό Φοίνικα των φετινών Καννών ταινίας του Λοράν Καντέ. Ποιος είπε ότι η δουλειά ενός καθηγητή πρέπει να περιορίζεται στους τέσσερις τοίχους ενός σχολείου;

Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα

Τη ζωή του Φρανσουά Μπεγκοντό μπορείς να τη ζηλέψεις, αλλά μάλλον όχι και να την επαναλάβεις ο ίδιος. Γιατί, εκτός από πάλαι ποτέ καθηγητής σε κάποιο σχολείο υποβαθμισμένης συνοικίας του Παρισιού, ο 37χρονος πρωταγωνιστής του Λοράν Καντέ υπήρξε πρώην τραγουδιστής του γαλλικού πανκ ροκ συγκροτήματος Zabriskie Point, κινηματογραφικός συντάκτης για τα Cahiers du Cinema και για τη γαλλική εκδοχή του περιοδικού Playboy, συγγραφέας σειράς βιβλίων από το 2003 μέχρι σήμερα- ανάμεσά τους μια φανταστική βιογραφία του ηγετικού μέλους των Rolling Stones με τον απίθανο τίτλο «Μικ Τζάγκερ, ένας Δημοκράτης», τηλεοπτική περσόνα του Canal+ σε εκπομπές λόγου, τακτικός αθλητικογράφος στην εφημερίδα Le Monde, φανατικός ποδοσφαιρόφιλος και τώρα ηθοποιός και βοηθός σεναρίου στην τιμημένη με τον Χρυσό Φοίνικα διασκευή του βραβευμένου του βιβλίου «Ανάμεσα Στους Τοίχους» που κυκλοφόρησε προ διετίας με μεγάλη επιτυχία στη χώρα του. Ορίστε με τι ασχολιόταν ο Φρανσουά Μπεγκοντό τις ώρες που δεν περνούσε κλεισμένος μέσα σε κάποια τάξη, προσπαθώντας να καλύψει τις υποχρεωτικές ώρες διδασκαλίας. Οπως μου εξομολογείται, εντούτοις, ο ίδιος, «όσο κι αν φανεί περίεργο, όλα αυτά βοήθησαν και πολύ στην επαφή που επιθυμούσα να συνάψω με τους μαθητές μου στην τάξη. Τα πιο πολλά παιδιά έχουν την εντύπωση ότι ένας καθηγητής είναι συνήθως ένας δύστροπος και απρόσιτος άνθρωπος που βρίσκεται κλεισμένος στο σπίτι του και ακούει συνέχεια κλασική μουσική. Οταν όμως ξεκινήσεις μαζί τους μια κουβέντα για το ποδόσφαιρο, μιλώντας τους με συγκεκριμένα ονόματα παιχτών ως αναφορά ή για κάποια υπερπαραγωγή του Χόλιγουντ, τις οποίες πρέπει να πω ότι παρακολουθώ όποτε έχω χρόνο, αυτομάτως τους αιφνιδιάζεις ευχάριστα και αποκτάς την προσοχή τους. Εγκαθιδρύεται μια επαφή, μια δίοδος επικοινωνίας ανάμεσα σε σένα και σε αυτά. Ξαφνικά ο καθηγητής παύει να είναι ο απροσπέλαστος άνθρωπος που οι μαθητές πρέπει να ακούν και να σέβονται απαρεγκλίτως».

Πώς φάνηκε, παρεμπιπτόντως, στους μαθητές σας το βιβλίο σας; Αν υποθέσουμε ότι το έχουν διαβάσει.

Το διάβασαν αρκετοί, ναι. Τι να σας πω; Οι γνώμες ήταν μοιρασμένες. Σε άλλους άρεσε. Αλλοι το βρήκαν υπερβολικά αυστηρό. Αλλοι μου είπαν ότι δεν τους έκανε εντύπωση, γιατί ήταν σαν να διαβάζουν κάτι που ζούσαν καθημερινά. Κι αυτό ίσως ήταν το πιο λογικό.

Ποια ήταν η αρχική παρόρμηση που σας έπεισε να γράψετε ένα βιβλίο όπως το «Ανάμεσα Στους Τοίχους»;

Είχα γράψει τρία βιβλία πριν, ήμουν καθηγητής εκείνη την εποχή και κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι θα ήταν ανόητο να μην αξιοποιήσω τις πλούσιες εμπειρίες που είχα αποκτήσει στην καρέκλα του εκπαιδευτικού. Πόσω μάλλον όταν η θέση από την οποία αντίκριζα το τι συνέβαινε καθημερινά σε ένα σχολείο, μέσα μια τάξη ήταν προνομιακή σε επίπεδο παρατήρησης. Βρισκόμουν στην καρδιά των πραγμάτων, αυτό που συνέβαινε καθημερινά στα προαύλια και στις τάξεις είχε ένα αξιοζήλευτο κοινωνικοπολιτικό ενδιαφέρον, με τροφοδοτούσε διαρκώς με ιδέες και απόψεις και ήταν κρίμα να μην αντλήσω από αυτό κάτι που θα μπορούσα να καταθέσω και να μοιραστώ. Για να σας πω, μάλιστα, την αλήθεια, τον καιρό που έγραφα το βιβλίο αναρωτιόμουν πώς δεν είχα σκεφτεί να το κάνω νωρίτερα!

Σας φάνηκε περίεργο να υποδύεστε τον καθηγητή στη μεγάλη οθόνη;

Οχι, δεν ήταν περίεργο. Γιατί, όταν έχεις υπάρξει καθηγητής στην πραγματική σου ζωή, ξέρεις ότι παίζεις καθημερινά σε αυτή τη δουλειά έναν ρόλο. Ανεβαίνεις στη σκηνή μπροστά από μια χούφτα παιδιά και τους υποδύεσαι τον δάσκαλο. Τον άνθρωπο με τις γνώσεις και τις απαντήσεις. Είτε αυτό γίνεται ενώπιον μιας σειράς εφηβικών βλεμμάτων είτε μπροστά από μια κάμερα, όπως συνέβη για τις ανάγκες της ταινίας, για μένα δεν αποτέλεσε σημαντική διαφορά.

Πόσο κοντά σε εσάς τον ίδιο είναι ο καθηγητής που είδατε στην οθόνη; Και πώς σας φάνηκε ως κινηματογραφικός χαρακτήρας;

Ο καθηγητής που είδατε στην οθόνη είναι ένα αποκύημα φαντασίας, ένα σεναριακό κατασκεύασμα που χρησιμεύει έτσι, ώστε η δράση να ξετυλιχθεί. Δεν είμαι ακριβώς εγώ αυτός ο χαρακτήρας. Λέγοντάς σας αυτό, οφείλω να εξομολογηθώ ότι υπήρξαν σκηνές του φιλμ στις οποίες αποκρινόμουν και αντιδρούσα ακριβώς όπως ο καθηγητής που ήμουν κάποτε. Μου αρέσει, πάντως, ο ήρωας της ταινίας. Κυρίως επειδή έχει αδυναμίες και αντιφάσεις. Στον βαθμό της δικής μου εμπλοκής στο φιλμ, αυτό που ήθελα να αποφύγω ήταν να δείξω έναν ιδανικό και αψεγάδιαστο ήρωα ο οποίος θα είχε μονίμως τις λύσεις στα προβλήματα που παρουσιάζονταν στην τάξη. Οταν έγραφα το βιβλίο αυτό, που είχα στο μυαλό μου ήταν να δώσω μια όσο το δυνατόν λιγότερο εξιδανικευμένη εικόνα τού τι σημαίνει να είσαι καθηγητής. Και ο Λοράν Καντέ νομίζω ότι απέδωσε πολύ ταιριαστά αυτό που σκεφτόμουν. Ο κινηματογράφος έχει καταφέρει, παρ όλα αυτά, να παρουσιάζει το συγκεκριμένο επάγγελμα είτε μέσα από χαρακτήρες ηλιθίων που χρησιμεύουν ως καρικατούρες σε νεανικές κωμωδίες είτε μέσα από ήρωες που προσεγγίζουν την αγιοσύνη.

Να υποθέσω ότι ο «Κύκλος Των Χαμένων Ποιητών» και ο ήρωάς του αποτελούν για εσάς ένα τέτοιο παράδειγμα;

Ακριβώς. Μοιραζόμασταν μάλιστα με τον Λοράν Καντέ την ίδια αντιπάθεια σε μοντέλα καθηγητών που έχει απεικονίσει το σινεμά όπως ήταν ο Ρόμπιν Γουίλιαμς στη συγκεκριμένη ταινία. Αυτή η φιγούρα του σοφού και αλάνθαστου δασκάλου που βρίσκεται πλησίον του οσίου χρησίμευσε ως παράδειγμα προς αποφυγή τον καιρό που σκεφτόμασταν πώς θα θέλαμε να μοιάζει ο δικός μας ήρωας. Κι αυτό στο οποίο συμφωνήσαμε από κοινού ήταν στο να πλάσουμε έναν χαρακτήρα με ελαττώματα και σημεία τρωτά. Εναν απλό άνθρωπο με αδυναμίες. Οχι έναν πνευματικό γκουρού που θα εμπνεύσει, υποτίθεται, στους μαθητές του τον τρόπο τού να σκέφτονται και να ζουν.

Από τα όσα ειπώθηκαν και γράφτηκαν για το βιβλίο, υπάρχει κάτι που σας έκανε εντύπωση; Που αισθανθήκατε ότι παρεξηγήθηκε ή μπορεί να παρανοήθηκε;

Μου έκανε τρομερή εντύπωση η κριτική που δέχτηκα από μερικούς ανθρώπους οι οποίοι διέγνωσαν τρομερή αυστηρότητα στον τρόπο που σκιαγραφώ τον μικρόκοσμο ενός σχολείου. Φάνηκε να τους ενοχλεί ότι προσπάθησα με το βιβλίο να γεννήσω ένα αίσθημα επαναληπτικότητας και ταυτόχρονα κλειστοφοβίας. Αυτό το συναίσθημα, ωστόσο, της επανάληψης και της ρουτίνας είναι κάτι που μπορείς να βρεις στα περισσότερα επαγγέλματα. Ακόμη περισσότερο, ίσως, στο δικό μας, μια και απαιτεί να ξοδεύεις ένα μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα σε δεδομένο χώρο που κρύβει την ίδια περίπου καθημερινότητα. Γράφοντας όλα αυτά, δεν ήθελα ασφαλώς να υπονοήσω ότι το σχολείο αποτελεί για μένα κάποιου είδους φυλακή. Μια πραγματικότητα σφραγισμένη σε τέσσερις τοίχους ήθελα να μεταφέρω.