Δεύτερη χειρότερη πόλη στον κόσμο για περπάτημα αναδείχτηκε σε έρευνα που δημοσίευσε η Daily Mail η Πάτρα και είναι μάλιστα η μόνη ελληνική πόλη στη λίστα.
Στην πρώτη θέση είναι το Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρική, στην τρίτη και την τέταρτη το Ντάλας και το Χιούστον στο Τέξας, ενώ ακολουθεί η Μανίλα στις Φιλιππίνες.
«Η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, η Πάτρα, είναι επίσης η δεύτερη λιγότερο βατή πόλη στον κόσμο - κυρίως λόγω του γεγονότος ότι, όπως και το Κάιρο, δεν διαθέτει καθόλου δρόμους και μονοπάτια στην εξοχή», αναφέρει η έρευνα.
Τι απαντούν όμως οι ίδιοι οι Πατρινοί για το εάν περπατούν στην πόλη και πως θα μπορούσε να βελτιωθεί η καθημερινότητά τους;
«Δεν υπα΄ρχει ένα concept στην πόλη για περπάτημα, κάποιες γωνιές που πας να δεις» ανέφερε χαρακτηριστικά ένας Πατρινός δίνοντας ένα στίγμα της πόλης.
Στη μελέτη του Compare the Market που δημοσίευσε η Daily Mail, η πόλη με την καλύτερη βαθμολογία ήταν το Μόναχο. Σύμφωνα με τους ερευνητές, το 86% του πληθυσμού του Μονάχου ζει σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από μια περιοχή χωρίς αυτοκίνητα. Και το 85% των κατοίκων ζει σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης.
Η βαυαρική πόλη είναι, επίσης, ένας εξαιρετικός προορισμός για τους τουρίστες που θέλουν να περιηγηθούν με τα πόδια, καθώς πολλά από τα κύρια αξιοθέατά της βρίσκονται σε κοντινή απόσταση.
Στη δεύτερη θέση της λίστας είναι το Μιλάνο στην Ιταλία. Γνωστή για τον καφέ και την μόδα, η πόλη διαθέτει ποδηλατοδρόμους και το 80% του πληθυσμού της ζει σε απόσταση μικρότερη του ενός χιλιομέτρου από υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης, σύμφωνα με την έρευνα.
Ακολουθεί η Βαρσοβία στην Πολωνία και το μικρό μέγεθος της πόλης αποτελεί και το βασικό της πλεονέκτημα για περπάτημα. Το 74% του πληθυσμού ζει σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από έναν χώρο χωρίς αυτοκίνητα, όπως το όμορφο πάρκο Lazienki.
Στην τέταρτη θέση είναι το Ελσίνκι στη Φινλανδία με το 85% του πληθυσμού να ζει σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από έναν χώρο χωρίς αυτοκίνητα. Στην πέμπτη θέση είναι το Παρίσι στη Γαλλία με το 85% του πληθυσμού να έχει πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και άλλες υπηρεσίες σε απόσταση ενός χιλιομέτρου.