Απρόσμενος Έρωτας

29.05.2014
Θέλοντας να ισορροπήσει ανάμεσα στην ελαφρότητα μιας ερωτικής κομεντί και στην βαρύτητα ενός υπαρξιακού δράματος, η Σάντρ Νέτελμπεκτ κινηματογραφεί τους Μάικλ Κέιν και Κλεμάνς Ποεζί σε μια γλυκόπικρη αλλά κυρίως άνιση ιστορία, με φόντο ένα καρτ-ποσταλικής ομορφιάς Παρίσι.

Εμπνευσμένη απ' το μυθιστόρημα της Γαλλίδας ηθοποιού και συγγραφέα, Φρανσουάζ Ντορνέρ, «La Douceur Assassine», η Γερμανίδα σκηνοθέτης Σάντρα Νέτελμπεκτ υπογράφει το σενάριο και την σκηνοθεσία του «Απρόσμενου Έρωτα», στην τέταρτη κατά σειρά μεγάλου μήκους απόπειρά της.

Σε αυτή, ο Μάθιου (Μάικλ Κέιν) είναι ένας ηλικιωμένος και μοναχικός συνταξιούχος καθηγητής Φιλοσοφίας που ζει στο Παρίσι, θρηνώντας παράλληλα τον χαμό της συζύγου του, Τζόαν (Τζέιν Αλεξάντερ).

Αν και έχουν περάσει 3 χρόνια από τον θάνατο της Τζόαν, ο Μάθιου δείχνει να μην έχει ξεπεράσει το χαμό της μέχρι που γνωρίζει τυχαία μέσα σε ένα λεωφορείο την Πολίν (Κλεμάνς Ποεζί), μια γοητευτική νεαρή που του προσφέρει απλόχερα την φιλία της.

Σύντομα οι δυο τους γίνονται αχώριστοι, βρίσκοντας ο ένας στον άλλο αυτό που λείπει απ’ την ζωή τους: η Πολίν τον πατέρα που ποτέ δεν είχε και ο Μάθιου την συντροφιά και την αισιοδοξία που τόσο είχε ανάγκη.

Παρόλα αυτά, μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας του ηλικιωμένου άνδρα θα γίνει η αιτία να τον επισκεφτούν τα δύο παιδιά του από την Αμερική που θα προσπαθήσουν να αναθερμάνουν τις σχέσεις τους μαζί του και να τον πείσουν να γυρίσει στις ΗΠΑ.

Σε ένα συγκινητικό και γλυκόπικρο δράμα για τους πόνους και την αγωνία της τρίτης ηλικίας και για την μοναξιά που φυτρώνει στις ζωές των ανθρώπων, η Σάντρα Νέτελμπεκτ επενδύει σωστά τον κινηματογραφικό χρόνου του πρώτου μέρους της ταινίας σε μια αναζωογονητική καταγραφή των χαρακτήρων και της ιδιαίτερης χημείας μεταξύ τους.

Χωρίς υπερβολές και σεναριακά ολισθήματα και χάρη στην υποκριτική αρτιότητα των Κέιν και Ποεζί, ξεπροβάλλει αρχικά απ’ την οθόνη ένα ελκυστικό κινηματογραφικό ντουέτο, ένα ζευγάρι χαρακτήρων που με φόντο το γραφικό σκηνικό της πόλης του φωτός, προσκαλεί τον θεατή να περάσει χρόνο μαζί τους.

Καθώς όμως το φιλμ εξελίσσεται, η συγκροτημένη ματιά της Γερμανίδας δημιουργού αποσπάται και στρέφεται προς κλισέ επιλογές και προφανείς λύσεις που απομακρύνουν το φιλμ από την κομψή αφήγηση του πρώτου μέρους, παρασύροντάς το στις κακοτοπιές ενός προβλέψιμου μελοδράματος.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ