Πατέρας και Γιος

27.02.2014
Νικητής του βραβείου της κριτικής επιτροπής του πρόσφατου Φεστιβάλ Καννών, ένας από τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες του σύγχρονου ασιατικού σινεμά παραδίδει ένα χαμηλόφωνο και βαθιά ανθρώπινο φιλμ.

Ένας πετυχημένος επιχειρηματίας μαθαίνει ότι δεν είναι ο βιολογικός πατέρας του αγοριού που μεγάλωσε, εξαιτίας ενός λάθους που έγινε μετά τη γέννα, και τώρα καλείται να επιλέξει ανάμεσα στο πραγματικό του παιδί (το οποίο μεγαλώνει στα χέρια άλλων γονιών) και σε εκείνο που όλα αυτά τα χρόνια θεωρούσε ως δικό του.

Αυτή είναι μια μικρή σύνοψη της νέας ταινίας του Χιροκάζου Κόρε-Έντα, ενός από τους σπουδαιότερους δημιουργούς του γιαπωνέζικου σινεμά, με πανέμορφα φιλμ όπως το «Κανείς δεν Ξέρει» του 2004 και το (απρόβλητο στη χώρα μας) «Still Walking» του 2008, ο οποίος επιχειρεί εδώ άλλη μια παραλλαγή πάνω στο αγαπημένο του θέμα: την σημερινή οικογένεια και τις πάμπολλες ψυχοσυναισθηματικές παραμέτρους που χτίζουν ή γκρεμίζουν γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ των μελών της.

Η καινούργια του ταινία φέρνει σε αντιπαράθεση δυο φαμίλιες διαφορετικού κοινωνικού υπόβαθρου και δυο ζευγάρια γονιών, καθένα από τα οποία καλείται να διαπιστώσει από πρώτο χέρι αν η δύναμη των δεσμών αίματος είναι λιγότερο ή περισσότερο ισχυρή από τη βιωματική σχέση που αποκτά κανείς με έναν άνθρωπο, τον οποίο γνωρίζει από την πρώτη μέρα που πατάει το πόδι του στον κόσμο.

Υπηρετώντας σταθερά ένα ουμανιστικό σινεμά το οποίο ουδέποτε ως τώρα έχει εκπέσει σε συναισθηματισμούς, ο Κόρε Έντα εμπιστεύεται κι εδώ τους χαλαρούς ρυθμούς του, τη νηφάλια και αβίαστη παρατήρηση της καθημερινότητας και τις νατουραλιστικές ερμηνείες των ηθοποιών του, προσπερνώντας τις προσφιλείς παγίδες του μελό και το δέλεαρ των εύκολων συγκινησιακών επικλήσεων προς τους θεατές του.

Η καλόκαρδη και τρυφερή ταινία του προσπαθεί από την άλλη να αντιμετωπίσει με ρεαλιστικούς όρους μια ολότελα απίθανη σεναριακή σύμβαση και είναι προς μεγάλο της όφελος το ότι κατορθώνει να την προσγειώσει στα επίπεδα του απτού, έστω κι αν στην πορεία δεν αποφεύγει κάποιες απλουστεύσεις.

Εκεί που ο σκηνοθέτης διαπράττει το πιο σημαντικό δραματουργικό του παράπτωμα, εντούτοις, είναι στο γεγονός ότι από το πρώτο ήδη μισό του φιλμ έχει προλάβει να παραθέσει και να επικοινωνήσει στο κοινό τις άφθονες παραμέτρους του ηθικού διλήμματος που καλούνται να επιλύσουν οι χαρακτήρες του.

Αυτό που απομένει, για το υπόλοιπο που διαρκεί η ταινία, είναι ένα αξιοπρεπές και μινιμαλιστικό σε ύφος δράμα που κουβαλά καθ' όλη τη διάρκειά του ένα ενδιαφέρον ερωτηματικό, στο οποίο αναβάλλει διαρκώς την απάντηση.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ