Ο Φάουστ του Πέτερ Στάιν

27.01.2001
Ο Φάουστ του Πέτερ Στάιν που παρουσιάστηκε στην παγκόσμια έκθεση 2000 στο Ανόβερο προσφέρει στην ουσία τη μαγεία μιας πανηγυριώτικης Βαβυλωνίας. Ο Στάιν υπηρετεί την τραγωδία, αλλά και το καμπαρέ, ενώ μόνιμο μέλημά του είναι η αποφυγή της σκηνικής βαρεμάρ
Ο Φάουστ του Πέτερ Στάιν που παρουσιάστηκε στην παγκόσμια έκθεση 2000 στο Ανόβερο προσφέρει στην ουσία τη μαγεία μιας πανηγυριώτικης Βαβυλωνίας. Ο Στάιν υπηρετεί την τραγωδία, αλλά και το καμπαρέ, ενώ μόνιμο μέλημά του είναι η αποφυγή της σκηνικής βαρεμάρας. Η σκηνοθεσία του όμως, προτάσσει την κινητικότητα και όχι την αντίδραση και επιπλέον λέει όσα πρέπει να ειπωθούν, δηλαδή όλα. Και ξεχνάει κάθε σχόλιο. Στήνει τις παραστάσεις από τη μία σκηνή στην άλλη και όσο περνούν οι ώρες τόσο πιο διαλυμένοι αποχωρούν οι θεατές από θέσεις και σκάλες, σπρώχνοντας. Ο θεατής κάθεται σε ικριώματα όπως στο θέατρο, βρίσκεται σε μακριά τραπέζια, ενώ μπροστά του τον περιμένει ένα ποτήρι κρασί. Στον ίδιο χώρο ο Κάιζερ με τη συνοδεία του παρακολουθούν τον Φαόυστ και τον Μεφιστοφέλε να παίζουν την ερωτική σκηνή μεταξύ του Πάρη και της Ελένης.

Πόσο ωραίο και εύκολο είναι το θεατρικό πανηγύρι του Στάιν! Κι όμως οι σκηνές του κουράζουν, γιατί δεν απαιτούν τίποτε άλλο από τον θεατή παρά μόνο να παρακολουθήσει. Όλα τα εξηγεί, όλα τα κάνει εικόνα, όλα τα διπλασιάζει και τα τριπλασιάζει ο σκηνοθέτης. Ο θεατής δεν έχει ούτε την ελάχιστη δυνατότητα να φαντασθεί λέξεις, χώρους, χρώματα, χειρονομίες. Ο άνεμος ουρλιάζει, οι φωτιές λαμπαδιάζουν, το πέταγμα των πουλιών ακούγεται, το βογκητό του πολέμου γίνεται κρότος κανονιών. Ο Στάιν δημιουργεί σκηνές-πανοράματα: ακουστικά και οπτικά. Και μέσα στη χαρά της περιγραφής και της διακόσμησης ξεχνάει ότι στο κέντρο του Φάουστ δεν βρίσκονται ούτε οι μηχανές, ούτε τα κοστούμια, ούτε τα ξύλινα παιχνίδια. Βρίσκονται οι άνθρωποι. Και τι παράξενο που αυτός ο σκηνοθέτης χαρίζει στους ερμηνευτές τόσο λίγη από την προσοχή του και τη φαντασία του. Πίσω από τις κινήσεις και το Λόγο μπορεί κανείς να διακρίνει την προσπάθεια. Οι στίχοι δεν κυλάνε. Τονίζονται στο τέλος και όλο το νόημα μηδενίζεται. Και δεν το μηδενίζουν οι ηθοποιοί, γιατί απλούστατα δε θα μπορούσαν να το μηδενίσουν, αφού δεν είναι σίγουροι για αυτό το νόημα. Οπότε μην έχοντας άλλη επιλογή, μιλάνε πάνω από το νόημα, δίπλα από το νόημα.

Αποσπάσματα από την κριτική του C. BERND SUCHER για την παράσταση του Πέτερ Στάιν που παίχτηκε στην Παγκόσμια Έκθεση 2000 στο Ανόβερο.