Περπατώντας στο μαύρο λιβάδι

16.09.2008
Τι κάνεις όταν οι καλές σου προθέσεις σε ξεπερνούν; Οσο κι αν δηλώνεις θετικά προκατειλημμένος (και όχι απλά προδιατεθειμένος) απέναντι στο εγχώριο σινεμά, είναι μερικές ταινίες που σε πάνε πίσω. Και δυστυχώς λίγοι Ελληνες σκηνοθέτες ξέρουν να πισωπατούν με στυλ: οτιδήποτε ξεφεύγει χρονικά απ το παρόν, κινδυνεύει είτε να καταλήξει νοσταλγικό (βλ. οι-παλιές-καλές-μέρες) είτε γραφικό (βλ. ταινίες εποχής).

Δέσποινα Παυλάκη

Τι κάνεις όταν οι καλές σου προθέσεις σε ξεπερνούν; Οσο κι αν δηλώνεις θετικά προκατειλημμένος (και όχι απλά προδιατεθειμένος) απέναντι στο εγχώριο σινεμά, είναι μερικές ταινίες που σε πάνε πίσω. Και δυστυχώς λίγοι Ελληνες σκηνοθέτες ξέρουν να πισωπατούν με στυλ: οτιδήποτε ξεφεύγει χρονικά απ το παρόν, κινδυνεύει είτε να καταλήξει νοσταλγικό (βλ. οι-παλιές-καλές-μέρες) είτε γραφικό (βλ. ταινίες εποχής). Και τι πιο λογικό να ξυπνήσει τα σκοτεινά ανθελληνικά σου ένστικτα η παρθενική απόπειρα νεαρού, πλην φιλόδοξου, δημιουργού που εκτυλίσσεται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας; Μαύρες σκέψεις αρχίζουν να περνάνε απ το μυαλό μου και λίγο πριν την άφιξή μου στο σετ του «Μαύρου Λιβαδιού» στο Ναύπλιο με έχουν ζώσει για τα καλά τα φίδια...

«Εμένα προσωπικά δεν μου αρέσουν οι ταινίες εποχής, οι περισσότερες είναι βαρετές. Εχουν μια φοβερή θεατρικότητα, οι χαρακτήρες είναι καρικατούρες, δεν έχουν τίποτα που να σε συναρπάζει». Αν λάβουμε υπόψιν μας ότι η παραπάνω δήλωση προέρχεται απ το στόμα του ίδιου του σκηνοθέτη, κανονικά θα έπρεπε να ανησυχούμε. Είμαι όμως στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσω ότι η αντιπάθεια του Βαρδή Μαρινάκη απέναντι στο βελούδο και το μεταξωτό (δηλ. βαρύτιμα αξεσουάρ και παραφορτωμένα κοστούμια) τον έσωσε από την κόλαση της υπερβολής, μετατρέποντας το «Μαύρο Λιβάδι» σε μια πραγματική έκπληξη.

Διατηρώντας μια οργανική λιτότητα, που αντανακλάται αρμονικά σε κάθε έκφανση της ταινίας -από την επιλογή της γλώσσας μέχρι τις διακριτικές σκηνικές παρεμβάσεις και τις «γήινες» ενδυματολογικές επιλογές- ο Μαρινάκης προσεγγίζει στρατηγικά μια προκλητική ιστορία απαγορευμένου έρωτα, που με λάθος χειρισμούς θα μπορούσε άνετα να καταλήξει στα τηλεοπτικά «παράθυρα». Τα πρώτα γαργαλιστικά δείγματα έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους στο διαδίκτυο: «γενίτσαρος ερωτεύεται αγόρι!»

Για την ακρίβεια ο χαρακτηρισμός Γενίτσαρος, όπως και κάθε άλλη λεκτική γραφικότητα, απουσιάσει πλήρως από το σενάριο: πρόκειται για την ιστορία ενός πολεμιστή (Χρήστος Πασσαλής) που καταλήγει πληγωμένος σ' ένα μοναστήρι την εποχή της Τουρκοκρατίας. Κατά τη διάρκεια της περίθαλψής του ερωτεύεται μια νεαρή μοναχή, την Ανθή (Σοφία Γεωργοβασίλη), που όμως ανακαλύπτει ότι είναι τελικά αγόρι. Οταν το μυστικό τους διαρρέει, αναγκάζονται να κρυφτούν στο δάσος και να μάθουν ο ένας τον άλλο από την αρχή.

«Προσέξτε ποια είναι η διαφορά: είναι ένα αγόρι, το οποίο μεγάλωσε ως κορίτσι σε ένα γυναικείο μοναστήρι. Οταν έμαθε το φύλο του προσπάθησε να ξαναγίνει αγόρι. Αρα το πιο φυσιολογικό είναι να υποδυθεί το ρόλο ένα κορίτσι!» προσπάθησε να μου εξηγήσει η πρωταγωνίστρια Σοφία Γεωργοβασίλη.

Σε περίπτωση που δεν καταλάβατε, ο σκηνοθέτης είχε τις αμφιβολίες του σχετικά με το φύλο του ηθοποιού που θα έπρεπε να υποδυθεί την Ανθή. Επιλέγοντας την πρώτη ηθοποιό που γνώρισε κατά τη διάρκεια των οντισιόν, περιέπλεξε ακόμα περισσότερο την κατάσταση, αφού θεωρητικά ένα αγόρι ντυμένο κορίτσι θα μπορούσε πολύ πιο εύκολα να «επανέλθει» στη φυσική του κατάσταση -όσο κι αν η πρωταγωνίστρια υποστηρίζει το αντίθετο! «Σαν ταινία είναι μεγάλο ρίσκο, αλλά αν δεν ρισκάρεις ουσιαστικά δεν ζεις! Οπότε είπα πάμε και ότι γίνει», δήλωσε αμετανόητη έξω από το Κάστρο Παλαμηδίου κατά τη διάρκεια νυχτερινού γυρίσματος.

Αν εξαιρέσουμε το πολυπρόσωπο συνεργείο, τις ρασοφορεμένες ηθοποιούς και μια τεχνητή βροχή που ξεπλένει την αυγουστιάτικη ζέστη του Ναυπλίου, οι αισθητικές παρεμβάσεις του σκηνογράφου Γιώργου Γεωργίου ελάχιστα επηρέασαν την εμφάνιση του ενετικού οχυρού - σε βαθμό που οι τοπικές αρχές σκέφτονται να τις διατηρήσουν!

Δυστυχώς δεν μπορεί κάνεις να πει το ίδιο για τον αγνώριστο Χρήστο Πασσαλή των Blitz που συνάντησα μερικές μέρες αργότερα, εμφανώς αδυνατισμένο, μια μέρα πριν τα γυρίσματα της επόμενης ταινίας του που είναι ο «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου: «Παίζω με τον μεταβολισμό μου!» μου λέει. «Πήρα δέκα κιλά το χειμώνα, αλλά τώρα αρχίζω να χάνω γιατί ο Λάνθιμος με θέλει πιο αδύνατο. Μου άρεσε πολύ αυτή η διαδικασία όμως, γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να αλλάξω, να γυμναστώ και να μάθω ιππασία, κάτι που διαφορετικά δεν θα έκανα ποτέ».

Εκτός αυτού, αναγκάστηκαν να τσαλαβουτήξουν σε ποτάμια θερμοκρασίας 6οC, να κυλιστούν στη λάσπη - μέχρι ωμές πέστροφές φάγανε! Αλλωστε, όπως δήλωσε και η παρτενέρ του, «Γιατί δηλαδή, καλύτερος είναι αυτός που παίζει στο Old Βoy;»

Αν παρ όλα αυτά οι συντελεστές συνεχίζουν να νιώθουν τυχεροί που συμμετείχαν κι εμείς τυχεροί που τους συναντήσαμε, τότε ίσως ήρθε η ώρα να σπάσει η γκίνια των εγχώριων ταινιών εποχής και να είναι τυχεροί και οι θεατές που θα τη δουν.

«ΜΑΥΡΟ ΛΙΒΑΔΙ»
ΣΕΝΑΡΙΟ, ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Βαρδής Μαρινάκης
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ: Μάρκους Γουότερλου
ΣΚΗΝΙΚΑ, ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Γιώργος Γεωργίου
ΜΟΝΤΑΖ: Γιάννης Χαλκιαδάκης
ΜΟΥΣΙΚΗ: Νίκος Βελιώτης
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ: Σοφία Γεωργοβασίλη, Χρήστος Πασσαλής, Δέσποινα Μπεμπεδέλη, Μαρία Πανουργιά, Χακάν Μπογιάβ, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Ράνια Οικονομίδου, Δέσποινα Κούρτη