Καρκίνος μαστού: Μάχη στήθος με στήθος!

02.10.2013
Στην εποχή μας ο καρκίνος του μαστού μπορεί να νικηθεί, αρκεί να διαγνωστεί έγκαιρα. Κράτα, λοιπόν, τον κίνδυνο μακριά και ενημερώσου έγκυρα και έγκαιρα για όλα όσα απειλούν την υγεία του στήθους σου.

Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί τη συχνότερη κακοήθεια στις γυναίκες του Δυτικού Κόσμου, ενώ μόνο στη χώρα μας κάθε χρόνο εμφανίζονται περίπου 4.500 νέα κρούσματα. Με αφορμή λοιπόν το γεγονός ότι ο Οκτώβριος είναι σε όλο τον κόσμο ο μήνας ενημέρωσης για τον καρκίνο του μαστού, σε συνεργασία με το Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) και την Ελληνική Χειρουργική Εταιρεία Μαστού (ΕΧΕΜ), απαντάμε σε ό,τι θα ήθελες να ρωτήσεις για τα μικρά και μεγάλα προβλήματα που απειλούν την υγεία του στήθους και σας ενημερωθείς για τις τελευταίες εξελίξεις στη διάγνωση και τη θεραπευτική αντιμετώπιση τυχόν κακοήθειας.

Ένα ψηλαφητό ογκίδιο στο στήθος πόσο συχνά υποδηλώνει καρκίνο;

Τα περισσότερα από τα ογκίδια που ανιχνεύονται στο μαστό δεν είναι καρκίνοι. Κυρίως σε γυναίκες μικρότερες των 30 ετών τα ογκίδια είναι σχεδόν πάντοτε καλοήθη. Μπορεί δηλαδή να είναι ινοαδένωμα, κύστη, λίπωμα κ.ά. Στις περιπτώσεις, ωστόσο, καρκίνου σημαντικό είναι να γνωρίζει κάθε γυναίκα ότι όσο μικρότερο είναι το μέγεθος του ογκιδίου τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ίασης. Επίσης, στις περιπτώσεις αυτές μεγαλύτερη είναι και η πιθανότητα για τη διατήρηση του μαστού. Ωστόσο, σε κάθε ψηλαφητό ογκίδιο στο στήθος και στην περιοχή της μασχάλης είναι αναγκαία η έγκαιρη διάγνωση, η οποία επιτυγχάνεται με τη μαστογραφία και την εξέταση από ειδικό γιατρό. Η αυτοεξέταση, επίσης, βοηθά στην έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της πάθησης.

Υπάρχει καρκίνος μη ψηλαφητός;

Ασφαλώς. Καρκίνος δεν σημαίνει πάντα κάποιο ογκίδιο στο μαστό. Διότι για να γίνει ένα ογκίδιο ψηλαφητό, πρέπει να έχει κάποιο σχετικό μέγεθος και ανάλογη θέση μέσα στο μαστό. Ένα ογκίδιο που βρίσκεται στο δέρμα, για παράδειγμα, ψηλαφίζεται πιο εύκολα από ένα ογκίδιο που βρίσκεται στο βάθος του μαστού. Όταν λοιπόν ένας καρκίνος δεν έχει μεγαλώσει πολύ ή είναι σε πολύ αρχικό στάδιο, μπορεί να διαπιστωθεί μόνο με τη μαστογραφία σε στάδιο μη ψηλαφητό.

Πότε πρέπει να γίνεται η πρώτη μαστογραφία;

Σε γυναίκες χωρίς οικογενειακό ιστορικό η πρώτη μαστογραφία, η μαστογραφία αναφοράς όπως λέγεται, θα πρέπει να γίνεται μεταξύ 35 και 40 ετών και στη συνέχεια να ακολουθείται ετήσιος συγκριτικός μαστογραφικός επανέλεγχος από τα 40 έως τα 65. Μετά τα 65 η μαστογραφία μπορεί να γίνεται κάθε 2-3 χρόνια. Στις ηλικίες αυτές η ανάπτυξη ενός όγκου που ενδεχομένως θα εμφανιστεί ενδιάμεσα από τους μαστογραφικούς ελέγχους είναι αργή, οπότε δεν είναι απαραίτητη η ετήσια μαστογραφία.

Σε ποια ηλικία πρέπει να αρχίζει τις μαστογραφίες η γυναίκα που το οικογενειακό ιστορικό της είναι επιβαρημένο;

Σε γυναίκες με επιβαρημένο ιστορικό η μαστογραφία πρέπει να γίνεται περίπου 15 χρόνια νωρίτερα από την ηλικία στην οποία εμφανίστηκε ο καρκίνος του μαστού στο μέλος της οικογένειάς της. Εάν δηλαδή η μητέρα παρουσίασε καρκίνο στο μαστό στα 50 της χρόνια, η κόρη καλό είναι να αρχίζει το μαστογραφικό έλεγχο στα 35. Στη συνέχεια, η μαστογραφία πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο.

Ποια άλλα διαγνωστικά μέσα υπάρχουν σήμερα;

Εκτός από τη μαστογραφία, που εξακολουθεί να είναι η βασική εξέταση έγκαιρης διάγνωσης, τα τελευταία χρόνια έχουν εξελιχθεί πάρα πολύ τα μηχανήματα υπερήχων. Η δυνατότητα μελέτης της αγγείωσης των αλλοιώσεων του μαστού, η χρήση της ελαστογραφίας, οι τρισδιάστατες εικόνες που δίνουν οι νέοι 3D υπέρηχοι μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στη διάγνωση. Σημαντική επίσης είναι η βοήθεια της μαγνητικής μαστογραφίας, η οποία εφαρμόζεται με συγκεκριμένες ενδείξεις. Ενώ οι νέοι ψηφιακοί μαστογράφοι μπορούν να έχουν υψηλή ευκρίνεια και στους δύσκολους, πυκνούς μαστούς.

Οι επιστήμονες μιλούν για δύο γονίδια που παίζουν σημαντικό ρόλο στον κληρονομικό καρκίνο του μαστού. Ποιες γυναίκες πρέπει να καταφεύγουν στο τεστ ανίχνευσης αυτών των γονιδίων;

Καλό είναι να διευκρινιστεί ότι άλλο είναι αυτό που λέμε «θετικό οικογενειακό ιστορικό», το να έχει δηλαδή μία γυναίκα τη μητέρα της ή την αδελφή της που εμφάνισε καρκίνο του μαστού, και άλλο ο «κληρονομικός» καρκίνος το μαστού. Στον κληρονομικό καρκίνο του μαστού έχουν εντοπιστεί γονίδια (BRCA1 & 2), τα οποία ευθύνονται για την εμφάνισή του. Οι γυναίκες λοιπόν που ανήκουν σε οικογένειες με κληρονομικότητα στον καρκίνο του μαστού είναι αναγκαίο να υποβάλλονται σε εξέταση (γενετικό τεστ για BRCA1 και BRCA2), ώστε να γνωρίζουν εγκαίρως την ύπαρξη βλάβης (μετάλλαξης), η οποία αυξάνει την πιθανότητα και εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών κατά 60%. Ευτυχώς, όμως, ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού δεν είναι πολύ συχνός, αφού σε 100 γυναίκες που πάσχουν από τη νόσο ο κληρονομικός καρκίνος ευθύνεται για την προσβολή μόνο 5-7 γυναικών.

Ευθύνεται το κάπνισμα στην ανάπτυξη καρκίνου του μαστού;

Αποτελέσματα αρκετών ερευνών έχουν καταλήξει ότι η νικοτίνη ευνοεί την καρκινογένεση στα κύτταρα του μαστού και οι γυναίκες που καπνίζουν αλλά και οι παθητικές καπνίστριες εμφανίζουν υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου. Μια πρόσφατη μάλιστα μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο «Journal of Cancer Epidemiology», περιγράφει ότι το κάπνισμα ενός πακέτου τσιγάρων ημερησίως για εννέα έτη αυξάνει τον κίνδυνο της νόσου κατά 59%, επίδραση που μειώνεται στο 50% για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Σε άλλη έρευνα, που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και στην οποία παρακολουθήθηκαν 2.265 γυναίκες για 9 χρόνια από διάφορες εθνικότητες, όλες πάσχουσες από καρκίνο του μαστού, διαπιστώθηκε ότι οι καπνίστριες και οι πρώην καπνίστριες παρουσίασαν υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από καρκίνο του μαστού κατά 39% σε σχέση με όσες γυναίκες δεν κάπνισαν ποτέ.

Tι γίνεται όταν διαπιστωθεί ένας κακοήθης όγκος στο στήθος;

Το επόμενο βήμα είναι να συζητήσει η γυναίκα με το χειρουργό της για τη δυνατότητα και το είδος της χειρουργικής επέμβασης. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι επιπρόσθετο πλεονέκτημα της έγκαιρης διάγνωσης ενός μικρού σε μέγεθος καρκίνου είναι και η πιθανότητα αποφυγής της μαστεκτομής. Μικροί όγκοι, όταν δεν υπάρχουν άλλες αντενδείξεις, μπορούν να αντιμετωπιστούν με τοπική αφαίρεση και διατήρηση του μαστού. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ακτινοβολία του μαστού είναι απαραίτητη και το τελικό αποτέλεσμα είναι αισθητικά άριστο και ιατρικά ισοδύναμο της μαστεκτομής.

Μετά τη χειρουργική επέμβαση τι είδους θεραπεία πρέπει να ακολουθηθεί;

Συνήθως μετά τη χειρουργική επέμβαση η γυναίκα χρειάζεται να ακολουθήσει κάποια μορφή συστηματικής θεραπείας με φάρμακα, ώστε να προληφθεί η ανάπτυξη μεταστάσεων. Όσο για την επιλογή της κατάλληλης επικουρικής θεραπείας, εξαρτάται από τα επιμέρους χαρακτηριστικά των κυττάρων του καρκίνου. Ανάλογα με τις αναλύσεις, σε άλλες ασθενείς χορηγείται ορμονοθεραπεία (ορμονοευαίσθητος καρκίνος με θετικούς ορμονικούς υποδοχείς) και σε άλλες χημειοθεραπεία (καρκίνος με αρνητικούς ορμονικούς υποδοχείς), ενώ μερικές φορές γίνεται συνδυασμός και των δύο θεραπειών. Τα χαρακτηριστικά του καρκίνου είναι αυτά που θα καθορίσουν ποια είναι η καλύτερη θεραπεία για τη συγκεκριμένη ασθενή.

Πώς να σιγουρευτώ ότι θα εφαρμοστεί η σωστή θεραπεία για την περίπτωσή μου;

Η θεραπεία μίας γυναίκας με καρκίνο του μαστού θα πρέπει να αποφασίζεται ύστερα από συζήτηση όλων των ευρημάτων από την ομάδα των εξειδικευμένων στον καρκίνο του μαστού γιατρών (ογκολογικό συμβούλιο). Ο χειρουργός μαστού, ο παθολόγος-ογκολόγος και ο ακτινοθεραπευτής-ογκολόγος αποτελούν τις βασικές ειδικότητες αυτής της ομάδας. Ζητήστε να σας εξηγήσουν τους λόγους που αποφάσισαν τη συγκεκριμένη θεραπεία, όπως και να σας δοθούν γραμμένα όλα τα αποτελέσματα των εξετάσεων, των αναλύσεων και της αγωγής που θα ακολουθήσετε. Μπορείτε επίσης να πάρετε και μία «δεύτερη» γνώμη - είναι απόλυτα θεμιτό.

Με μια ματιά: Πρόληψη σε κάθε δεκαετία
Ο καρκίνος του μαστού θεραπεύεται σε ποσοστό περίπου 95%, αν η διάγνωση και η θεραπεία γίνουν σε πρώιμα στάδια. Γι’ αυτό αν είστε:

20 έως 30 ετών.
Αυτοεξετάζετε τους μαστούς σας μία φορά το μήνα, ενώ κάθε τρία χρόνια θα πρέπει να υποβάλλεστε σε κλινική εξέταση μαστού, στο πλαίσιο του περιοδικού προληπτικού check-up που κάνετε γενικά για την υγεία σας.

35-40 ετών.
Η κλινική εξέταση των μαστών πρέπει να γίνεται κάθε δύο χρόνια. Σ’ αυτή την περίοδο πρέπει να κάνετε και τον πρώτο έλεγχο με μαστογραφία.

40 ετών και άνω.
Θα πρέπει να υποβάλλεστε σε μαστογραφία και κλινική εξέταση των μαστών από εξειδικευμένο γιατρό μία φορά το χρόνο.

ΡΙΤΑ ΒΕΛΩΝΗ